• ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

    Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2016

    ΑΠΟΦΑΣΗ της Π.Ε. του ΝΑΡ για τη Κομμουνιστική Απελευθέρωση, Σεπτέμβρης 2016


    Α. ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ

    1. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ συνεχίζει αταλάντευτα την εφαρμογή της αστικής επίθεσης με εργαλείο το τρίτο μνημόνιο, καθώς και τα 2 προηγούμενα. Δεν πρόκειται για μια κυβέρνηση «που δεν θέλει, αλλά εφαρμόζει», «που στεναχωριέται για αυτά που ψηφίζει». Όλες τις οι πρωτοβουλίες, ακόμα και αυτές που επιχειρεί επικοινωνιακά να διαφημίσει ως «φιλολαϊκές», αποτελούν βασικά εργαλεία των σύγχρονων αναδιαρθρώσεων του συστήματος για την υπέρβαση της κρίσης του. Για παράδειγμα, οι 100.000 θέσεις στα νέα προγράμματα «απόκτησης εργασιακής εμπειρίας» (οκτάμηνα, νέα voucher, ΟΑΕΔ, κλπ), διαμορφώνουν το εργασιακό περιβάλλον των ελαστικών και κακοπληρωμένων θέσεων εργασίας, δηλαδή τη πλήρη προσαρμογή της εργαζόμενων της νέας εργατικής βάρδιας, αλλά και των υπαρχόντων εργαζομένων, στη σύγχρονη εργασιακή γαλέρα. Στο θέμα της αδειοδότησης των καναλιών, πέρα από την αναδιάταξη των επιχειρηματικών συμφερόντων και της σχέσης τους με το πολιτικό προσωπικό (τη λεγόμενη νέα διαπλοκή), αυτό που καταγράφτηκε στη λαϊκή συνείδηση, για μια «αριστερή» κυβέρνηση, είναι ότι, για να έχεις δικαίωμα χρήσης των δημόσιων τηλεοπτικών συχνοτήτων πρέπει να ανήκεις στην ελίτ της αστικής τάξης, διαθέτοντας εκατομμύρια και διασυνδέσεις με τις τράπεζες. Τα ίδια συμβαίνουν στο χώρο της υγείας π.χ. με την προώθηση της ιδιωτικό – οικονομικής λειτουργίας και των ελαστικών εργασιακών σχέσεων (δες και νοσοκομείο Σαντορίνης), ενώ τη μετατροπή του επιδόματος ανεργίας σε επιδότησης της εργοδοσίας δεν θα μπορούσαν να τη προωθήσουν ούτε οι κυβερνήσεις Παπαδήμου και Σαμαρά.

    Στα ζητήματα της δημοκρατίας και των λαϊκών ελευθεριών, το υποτιθέμενο στοιχείο διαφοροποίησης της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, τα όσα έγιναν μέσα στο καλοκαίρι έριξαν και το τελευταίο φύλο συκής. Ο εγκλωβισμός των προσφύγων σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και η εφαρμογή της αντιδραστικής συμφωνίας ΕΕ – Ελλάδας – Τουρκίας, οι επεμβάσεις-εκκενώσεις της αστυνομίας το κατακαλόκαιρο στις καταλήψεις αλληλεγγύης στους μετανάστες (Θεσ/νίκη), η απαγόρευση εισόδου της ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε χώρους φύλαξης μεταναστών, τα σχέδια αντιδραστικής θωράκισης του συστήματος με το ξεκίνημα της διαδικασίας Συνταγματικής αναθεώρησης, η αστυνομοκρατία στη ΔΕΘ και η δίκη Σακκά – Σεϊσίδη, είναι ορισμένα μόνο από τα βήματα που κάνει η παρούσα κυβέρνηση στη διαμόρφωση ενός ολοένα και βαθύτερου αντιδημοκρατικού πλαισίου.

    Η επίθεση λοιπόν θα συνεχιστεί σε όλα τα μέτωπα. Στα οικονομικά (κατασχέσεις, πλειστηριασμοί, φορολογική αφαίμαξη, ακρίβεια με πολύ πιθανά και νέα μέτρα ενόψει της «αξιολόγησης»). Στην παιδεία, με την αντιεκπαιδευτική μεταρρύθμιση Φίλη. Στις ιδιωτικοποιήσεις και το ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου, όπου η κυβέρνηση βάζει πωλητήριο ακόμη και στο νερό. Σημειωτέον ότι σε όποια ΔΕΚΟ ή άλλη επιχείρηση πωλείται δεν θα ισχύουν οι ισχύουσες συμβάσεις και η μονιμότητα. Στην προώθηση της εμπορευματοποίησης της Υγείας. Στη καταστροφή μικρομεσαίων στρωμάτων της πόλης και μικροαγροτών και πάνω από όλα με τη νέα αντεργατική τομή που θα επιχειρηθεί (εργασιακό, κ.α.).

    Σε αυτό το διάστημα η κυβέρνηση πήρε τη πρωτοβουλία της λεγόμενης «συνόδου του Νότου» των χωρών της ΕΕ, προσπαθώντας να αξιοποιήσει τόσο τις υπαρκτές αντιθέσεις που οξύνονται μετά το Brexit και να παρουσιάσει μια εικόνα πρωτοβουλιών «αλλαγής της ΕΕ». Έχει ιδιαίτερη σημασία να σημειώσουμε το βασικό πολιτικό στίγμα της παρέμβασης του ΣΥΡΙΖΑ, όπου πέρα από τη φιλολογία περί τέλους της λιτότητας, είναι η αποφυγή και άλλων Exit και προπαντός η «σωτηρία» της ΕΕ….

    Όλα αυτά ενισχύουν με ξεκάθαρο τρόπο την εκτίμησή μας για το χαρακτήρα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Πρόκειται για κυβέρνηση εφαρμογής και σταθεροποίησης του «μνημονιακού» κεκτημένου, προωθητή όλων των βασικών αντιδραστικών τομών που έχει ανάγκη ο εγχώριος και διεθνής καπιταλισμός σε όλα τα επίπεδα. Πρόκειται για κυβέρνηση που έχει τη στήριξη βασικών κέντρων της εγχώριας αστικής τάξης, παρότι βέβαια ο ενδοαστικός ανταγωνισμός οξύνεται και πλήττει και την κυβέρνηση, όπως δείχνουν και οι εξελίξεις γύρω από το διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες, ενώ βεβαίως απολαμβάνει την υποστήριξη και των διεθνών ιμπεριαλιστικών μηχανισμών, της ΕΕ, του ΔΝΤ και των ΗΠΑ. Ωστόσο, οι αντιπαραθέσεις που οξύνονται στο έδαφος της καπιταλιστικής κρίσης σε διεθνή κλίμακα και εντός της ΕΕ, για το θέμα του πολέμου, του προσφυγικού και του χρέους, θα την κλυδωνίζουν συνεχώς.

    Η κυβέρνηση προσπαθεί να βαφτίσει το κρέας-ψάρι με την επικοινωνιακή της τακτική και τη προσπάθεια διαμόρφωσης μιας εικόνας «προστασίας των ασθενέστερων». Αυτή η γραμμή δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Για παράδειγμα, για ευρύτερα τμήματα της κοινωνίας το γεγονός ότι οι καναλάρχες πλήρωσαν για τις άδειες, σε σχέση με τις προηγούμενες κυβερνήσεις οι οποίες δεν έκαναν τίποτα για αυτό, είναι μια διαφορά. Τα «οκτάμηνα» για έναν νέο άνθρωπο που είναι για χρόνια άνεργος είναι μια «ανάσα». Συνολικότερα, όλες οι πρωτοβουλίες της κυβέρνησης εντάσσονται και πατάνε πάνω στο δόγμα «δεν υπάρχει άλλος δρόμος».

    Παρόλα αυτά, η προσπάθεια της κυβέρνησης συγκρούεται με την πραγματικότητα η οποία, για ολοένα και πλατύτερα λαϊκά στρώματα, γίνεται δυσκολότερη. Μια ματιά να ρίξει κανείς στις ουρές της ΔΕΗ και της ΕΥΔΑΠ για τις ρυθμίσεις, καταλαβαίνει την τραγική κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει μεγάλα τμήματα της Ελληνικής κοινωνίας. Ο ΕΝΦΙΑ, η εμπορευματοποίηση των πάντων, οι απαράδεκτες περικοπές στις συντάξεις, η καταβύθιση των μισθών, η ανεργία και η μερική κακοπληρωμένη απασχόληση, οι οποίες σαρώνουν, όπως δείχνουν και τα επίσημα στοιχεία διαμορφώνουν, μια τραγική κατάσταση για την ε.τ., τη νεολαία και τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Δεν είναι τυχαίος, σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες, ο όγκος των ψυχοφαρμάκων που καταναλώνονται στην Ελλάδα σήμερα. Η κατάσταση αυτή θα διαμορφώσει αργά ή γρήγορα, μαζικές αντιδράσεις. Η μαζική συσπείρωση της φετινής συγκέντρωσης και πορείας στη ΔΕΘ εκφράζει τη δυνατότητα για μια αντιστροφή της κατάστασης, καταρχήν στις πρωτοπορίες του μαζικού κινήματος και της μαχόμενης αριστεράς. «Εκπροσωπεί» μια γενικότερη έκφραση των τάσεων διαμαρτυρίας και οργής, οι οποίες αναπτύσσονται.

    Βεβαίως, ο συσχετισμός παραμένει αρνητικός όπως εκτιμούσαμε στην απόφαση του πανελλαδικού σώματος (θέση 8). Η κυβέρνηση έχει ακόμα την ανοχή πλατιών λαϊκών στρωμάτων και αυτό για 3 κυρίως λόγους: α) Η εναλλακτική κυβερνητική λύση Κ. Μητσοτάκη δεν μπορεί να πείσει και θυμίζει στο λαό τα έργα και τις ημέρες των προηγούμενων. β) Επικρατεί ακόμη απογοήτευση σε πλατιά κοινωνικά στρώματα για τη κατάληξη της ελπίδας για μια ορισμένη φιλολαϊκή λύση, η οποία μεταφράζεται σε αδυναμία να γίνει κάτι άλλο από διαχείριση γ) Η αριστερά στην πράξη είτε ενισχύει, με τον τρόπο της, αυτή την απογοήτευση, όπως κάνει το ΚΚΕ με το «δεν μπορούν να υπάρξουν άμεσα σημαντικές κατακτήσεις και να ανατραπεί η επίθεση», ή με τη λογική των συνταγών αλλά ΛΑΕ («πραγματική αριστερή κυβέρνηση» και αλλαγή νομίσματος), είτε και από τάσεις και της αντικαπιταλιστικής αριστεράς που περιορίζεται στο κίνημα, χωρίς πολιτικό σχέδιο, πρόγραμμα και προσπάθεια συγκρότησης υποκειμένου ανατροπής. Ωστόσο, η περαιτέρω προώθηση των μνημονίων και των αναδιαρθρώσεων, με τις τραγικές τους συνέπειες, θα οξύνουν τις αντιδράσεις και θα φέρουν την κυβέρνηση μπροστά σε ογκούμενα κύματα διαμαρτυρίας. Ακριβώς πάνω σε αυτό το πλαίσιο, εντείνεται ολοένα και περισσότερο η αναζήτηση, τόσο μέσα στις αριστερές πολιτικές πρωτοπορίες, όσο και μέσα στο κόσμο του μαζικού κινήματος και το ευρύτερο αριστερόστροφο αντιμνημονιακό ρεύμα, για το τι και πως μπορεί να γίνει διαφορετικά. Σε χιλιάδες ανθρώπους που μετατοπίστηκαν από το ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και σε κόσμο που δεν καλύπτεται από την λογική του ΚΚΕ, έχουν προκύψει βαθύτερα ερωτήματα και αναζητήσεις σε ριζοσπαστική κατεύθυνση. Στο μεγαλύτερο κομμάτι αυτού του δυναμικού αμφισβητούνται πλέον βαθύτερα οι διαχειριστικές και ρεφορμιστικές απαντήσεις, χωρίς ωστόσο να έχει κερδηθεί ακόμη και σταθερά από το επαναστατικό ρεύμα.

    Στη φάση που είμαστε δεν βαραίνει κυρίως η υποταγή στο υπό διαμόρφωση Ευρώ - μνημονιακό καθεστώς, δηλαδή στη σταθεροποίηση και “κανονικότητα” των αντεργατικών – αντιλαϊκών τομών, αλλά η δυσκολία να ξαναπιαστεί το νήμα της αναγκαίας εργατικής – λαϊκής αντεπίθεσης, λόγω της κατάστασης του μαζικού κινήματος και της αριστεράς. Η κατανόηση των αναγκαίων συγκρούσεων «για να σκιστούν τα μνημόνια», ταυτόχρονα με τη μη συγκρότηση ενός ισχυρού κοινωνικό – πολιτικού μπλοκ που θα αποτελέσει στην πράξη το υποκείμενο μιας τέτοιου βάθους σύγκρουσης, επιδρά καθοριστικά και στην αναντιστοιχία των αντιστάσεων και των αγώνων, όπως φάνηκε και όλο το τελευταίο διάστημα. Δεν πρέπει να υποτιμήσουμε καθόλου το κίνδυνο, αν αυτή η κατάσταση μονιμοποιηθεί, να οδηγηθούμε σε μια πραγματικά βαθύτερη ήττα. Ωστόσο, αν θέλουμε να συμβάλλουμε στην αντιστροφή αυτής της τάσης οφείλουμε να πρωταγωνιστήσουμε σε αυτό που λείπει, δηλαδή την διαμόρφωση ενός ισχυρού κοινωνικό – πολιτικού μπλοκ της ανατροπής, που για μας συγκροτείται μέσα από τη διαλεκτική ανάπτυξη και διασύνδεση του νέου κομμουνιστικού φορέα, του αντικαπιταλιστικού μετώπου – πόλου και του αγωνιστικού μετώπου ρήξης και ανατροπής. Είναι γεγονός ότι ένα τέτοιο μπλοκ δεν μπορεί να συγκροτηθεί τελικά ερήμην μαζικού κινήματος. Ωστόσο, ως οργάνωση οφείλουμε να μάθουμε να εργαζόμαστε προς αυτή τη κατεύθυνση και σε συνθήκες σαν τις τωρινές, έχοντας συναίσθηση ότι η δουλειά μας για τη συγκρότηση της πρωτοπορίας σε όλα τα επίπεδα θα μπορέσει να συμβάλει πρωταρχικά και σε ένα νέο γύρο μαζικών αντιδράσεων και αγώνων.

    2. Παράλληλα, βρισκόμαστε σε φάση όξυνσης των πολεμικών αναμετρήσεων στην ευρύτερη περιοχή. Η επέμβαση στις, υπό Κουρδική επιρροή, περιοχές της Συρίας από την Τουρκία με πρόσχημα το χτύπημα του ISIS, η παραμονή των Ρώσικων στρατευμάτων στη Συρία και η παραπέρα εμπλοκή των ΗΠΑ, της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ, συσσωρεύει ένα εξαιρετικά επικίνδυνο πολεμικό μίγμα, ενώ η ανακωχή που είχαν συμφωνήσει ΗΠΑ – Ρωσία κατέρρευσε. Πολύ περισσότερο που ο ανταγωνισμός ΗΠΑ/ΝΑΤΟ – Ρωσίας εντείνεται, ιδίως μετά την απόφαση της πρόσφατης συνόδου του ΝΑΤΟ για εγκατάσταση βάσεων σε Βαλτικές χώρες, Ρουμανία κ.λπ. Ταυτόχρονα, η αστάθεια στην ευρύτερη περιοχή (π.χ. Λιβύη) συνεχίζεται. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και σε αυτόν τον τομέα συνασπίζεται με τους «εταίρους» στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ (περαιτέρω ανάπτυξη του Ευρωστρατού συμφωνήθηκε στη Μπρατισλάβα). Οι εξελίξεις αυτές υπογραμμίζουν ότι, ο μακρόχρονος πόλεμος στην Μ. Ανατολή δεν έχει σημάδια ύφεσης και τέλους. Μόνο η κοινή διεθνιστική πάλη ενάντια στον ιμπεριαλισμό και τις αστικές τάξεις στην περιοχή, για το σταμάτημα του πολέμου και μια δίκαιη ειρήνη, στην βάση του σεβασμού των δημοκρατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων όλων των λαών, του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης του κουρδικού και παλαιστινιακού έθνους, στον δρόμο για την απελευθέρωση της εργατικής τάξης από κάθε καταπίεση εθνική και ταξική μπορεί να δώσει απάντηση. Σε αυτή την κατεύθυνση η ανάπτυξη του αντιπολεμικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος και αντίστοιχων διεθνιστικών πρωτοβουλιών αποτελεί εξαιρετικά κρίσιμο ζήτημα.

    3. Η πρόσφατη σύνοδος της ΕΕ στην Μπρατισλάβα σφραγίστηκε από το γεγονός του Brexit, την υπαρκτή, αν και ηγεμονευόμενη πολιτικά από λαϊκίστικες ακροδεξιές δυνάμεις, ευρύτερη αμφισβήτηση της ΕΕ και τους εντεινόμενους ενδοκαπιταλιστικούς ανταγωνισμούς, που πέρα από τη δυναμική της κρίσης που επιμένει, τροφοδοτούνται και από την αναπτυσσόμενη λαϊκή αμφισβήτηση. Σε αυτές ακριβώς τις τάσεις αμφισβήτησης οφείλονται οι «προβληματισμοί» για το μέλλον της ΕΕ, η «υπαρξιακή κρίση» της και οι προτάσεις Γιουνκέρ που ενθουσιωδώς καλωσόρισε η Αυγή. Οι ανταγωνισμοί είναι οξυμένοι, ειδικά μετά το Brexit. Η παρουσία του Ολάντ, δηλαδή της 2ης ισχυρότερης χώρας στην ΕΕ -της Γαλλίας-, στη σύνοδο του Νότου, έστω και συμβολικά έχει τη σημασία της, όπως την έχει και η αντίδραση του Σόιμπλε στις ανακοινώσεις τη Συνόδου. Σε αυτή τη φάση η αντιΕΕ παρέμβαση μας μπορεί και πρέπει να ανέβει ψηλότερα. Είναι η πρώτη φορά που οι ίδιοι οι εκπρόσωποι της ΕΕ θέτουν το ερώτημα για το μέλλον της ολοκλήρωσης. Πολύ περισσότερο που η διέξοδος που προβάλλουν συνδυάζει 3 αντιδραστικά στοιχεία: α) Ανάπτυξη που όταν υπάρξει θα είναι αιματηρή για τον κόσμο της εργασίας, β) Επιτάχυνση της συγκρότησης του Ευρωστρατού για πιο επιθετική παρέμβαση της ΕΕ στα πολεμικά μέτωπα και γ) το δόγμα της «εσωτερικής ασφάλειας» και του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας» που οδηγεί ευθεία επίθεση στις λαϊκές ελευθερίες. Στην τάση αμφισβήτησης, που στην Ελλάδα είναι ακόμη μεγαλύτερη, προβάλει ολοένα και περισσότερο η αναγκαιότητα και δυνατότητα για ένα κίνημα αποδέσμευσης από την ΕΕ, σε σύνδεση με το συνολικό αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα και την προοπτική της επαναστατικής ανατροπής.

    4. Οι πολιτικές δυνάμεις

    Ο ΣΥΡΙΖΑ βαδίζοντας προς το συνέδριο του επιχειρεί να επισημοποιήσει και κομματικά τη φυσιογνωμία της «υπεύθυνης», «σύγχρονης» και σοβαρής «αριστερής» δύναμης, παρότι ασκεί με τον δικό του τρόπο αστική μνημονιακή πολιτική. Στη πράξη το κόμμα ΣΥΡΙΖΑ συμμετέχει και στηρίζει έναν ευρύτερο σχεδιασμό ανασυγκρότησης της σοσιαλδημοκρατίας σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, όπως αυτή μάλιστα προωθείται με τη γραμμή των κυβερνήσεων συνεργασίας των κομμάτων του Κόμματος Ευρωπαϊκής Αριστεράς και της παραδοσιακής σοσιαλδημοκρατίας. Στο εσωτερικό μάλιστα προωθεί μια γραμμή συμπόρευσης του «ευρύτερου, προοδευτικού, ανανεωτικού και σοσιαλιστικού χώρου».

    Η ΝΔ ολοένα και περισσότερο υιοθετεί μια άκρως νεοφιλελεύθερη αντιπολιτευτική γραμμή, ασκώντας δεξιά αντιπολίτευση στη κυβέρνηση. Λιγότεροι φόροι, μείωση του σπάταλου κράτους (δηλαδή απολύσεις στο δημόσιο, μείωση μισθών, κλπ), «ευνοϊκό περιβάλλον» για τους επενδυτές, «νόμος και τάξη» συναποτελούν τα κυρίαρχα σημεία του λόγου της. Παράλληλα με τη «συμφωνία αλήθειας» πατάει πάνω στην απογοήτευση που έχει προκαλέσει ο ΣΥΡΙΖΑ, ενισχύοντας το «τίποτα δεν γίνεται» και το ότι χρειαζόμαστε ειλικρινή διαχείριση των μνημονίων, για να βγούμε κάποτε από αυτά κοκ. Οφείλουμε να υπενθυμίζουμε ότι η ΝΔ, όπως και τα άλλα μνημονιακά κόμματα έχουν ψηφίσει χειροπόδαρα το 3ο μνημόνιο και τα αντίστοιχα προαπαιτούμενα. Ως εκ τούτου το μέτωπο μας απέναντι στη ΝΔ πρέπει να είναι μόνιμο και ισχυρό.

    Το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι μετά το σύντομο και αποτυχημένο καλοκαιρινό τους ειδύλλιο ταλαντεύονται το μεν πρώτο σε μια λογική συμπληρωματικής δύναμης στο ΣΥΡΙΖΑ για πιθανές συγκυβερνητικές ευθύνες, το δε δεύτερο στο δίλλημα με τη ΝΔ του Κυριάκου ή αυτόνομο και πιθανότερα εκτός βουλής. Η κατάληψη από πλευράς του ΣΥΡΙΖΑ του χώρου της λεγόμενης κεντροαριστεράς αφαιρεί από τα κόμματα αυτά την όποια δυνατότητα σοβαρής αυτόνομης πορείας. Το κόμμα του Λεβέντη πέρα από τη λογική του αντιδραστικού λαγού που έχει ταχθεί να παίξει στο πολιτικό σύστημα, προβάλλεται και σαν μπαλαντέρ κυβερνητικών σχημάτων.

    Ιδιαίτερη σημασία πρέπει να δοθεί στη Χρυσή Αυγή και γενικά στην ακροδεξιά. Ειδικά μετά τα γεγονότα της Χίου, του Ωραιόκαστρου και την προσπάθεια να στηθεί προβοκάτσια στη Μυτιλήνη, εμφανίζεται ο κίνδυνος για ένα αντιδραστικό κίνημα φασιστικού χαρακτήρα. Η συσσώρευση των προβλημάτων της μετανάστευσης και η αντιμετώπιση τους από τη κυβέρνηση και την ΕΕ, στο έδαφος της εντεινόμενης κρίσης, διαμορφώνει το πλαίσιο πάνω στο οποίο η ΧΑ οργανώνει και προωθεί συστηματικά τέτοιες ενέργειες, στις οποίες υπάρχει «κοινή δράση» με Καρατζαφέρη - Μπαλτάκο, Κρανιδιώτη και ακροδεξιές δυνάμεις εντός της ΝΔ. Η λαϊκή αντιμνημονιακή διαμαρτυρία και αγανάκτηση εάν δεν εκφραστεί από ανατρεπτική, αντικαπιταλιστική σκοπιά, είναι επικίνδυνο με την προπαγάνδα και τη δράση των συντηρητικών, ακροδεξιών δυνάμεων και της Χ.Α. να πάρει σκοταδιστικό, μισαλλόδοξο, εθνικιστικό και ξενοφοβικό προσανατολισμό (βλέπε δηλώσεις Καζάκη) με ενίσχυση παλιών και νέων μορφωμάτων φασιστικού ή φασίζοντα χαρακτήρα (Σώρρας κλπ). Η ακροδεξιά επιχειρεί, με στήριξη τόσο τμημάτων της ΝΔ, ΜΜΕ και τμημάτων του κεφαλαίου (π.χ. είναι προφανής η ανάγκη του τουριστικού κεφαλαίου να εκκαθαριστούν από τους πρόσφυγες τα νησιά και γενικά οι τουριστικές περιοχές), να διαμορφώσει ένα ευρύ λαϊκό μπλοκ με κέντρο τα ζητήματα της μετανάστευσης και της ασφάλειας, με αντιαριστερή ρητορεία και χτύπημα του κινήματος. Ο πήχης της αντιφασιστικής μας παρέμβασης πρέπει να ανέβει σε όλα τα επίπεδα. Οφείλουμε να συμβάλλουμε και στην υπέρβαση του πολυκατακερματισμού του αντιφασιστικού κινήματος, ο οποίος παίζει αρνητικό ρόλο στην ανάπτυξη του κινήματος.

    Το ΚΚΕ παραμένει πιο συγκροτημένο, αλλά σταθεροποιείται και ως ένα βαθμό βαθαίνει σε μια πολιτική λογική πως η υπάρχουσα κατάσταση δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί και ανατραπεί παρά μόνο στο πολύ μακρινό μέλλον. Η προβολή στενά συνδικαλιστικών στόχων χωρίς πολιτικές αντικυβερνητικές και αντί ΕΕ αιχμές στο εργατικό κίνημα, συνολικότερα η αντιπαράθεσή του με τους πολιτικούς στόχους της ανατροπής (στο όνομα της αναγκαιότητας να διακηρύσσεται η λαϊκή εξουσία), η στάση στο κίνημα κατά την διάρκεια του αγώνα για το ασφαλιστικό επιβεβαιώνουν αυτή την εκτίμηση. Η στάση αυτή εντείνει τους προβληματισμούς στην βάση του και για αυτό οξύνει την επίθεση στην αντικαπιταλιστική αριστερά.

    Η ΛΑΕ μετά και την συνδιάσκεψή της δείχνει να ακολουθεί τον ίδιο δρόμο, ενός ρηχού «αντιμνημονιακού», «πατριωτικού» μετώπου, χωρίς ρήξη με τις δυνάμεις του κεφαλαίου και την ΕΕ. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην πρώτη απόφαση του πολιτικού της συμβουλίου μετά τη συνδιάσκεψη της, η θέση για την ΕΕ έχει εξαφανιστεί και έχει επιστρέψει η αναφορά μόνο στο θέμα του Ευρώ. Η αφετηρία διάσπασης από τις συνδικαλιστικές δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ στο δημόσιο είναι θετική, εφόσον όμως μεταφραστεί σε μια μαχητική στράτευση στην πάλη. Σε κάθε περίπτωση δεν έχει εκφραστεί ακόμα και σε συμμετοχή στις πρωτοβουλίες ταξικής ανασυγκρότησης του εργατικού κινήματος, κόντρα στην συνδικαλιστική γραφειοκρατία.

    Κατανοώντας τα όρια και το χαρακτήρα του ΚΚΕ και της ΛΑΕ, αλλά και το αγωνιστικό δυναμικό που συσπειρώνουν, θα επιμείνουμε στην αναγκαία κοινή δράση και τον απαραίτητο πολιτικό συντονισμό μέσα στο μαζικό κίνημα, ώστε να ενεργοποιούνται δυνάμεις σε αγωνιστική κατεύθυνση, ειδικά μπροστά στην επικείμενη μάχη με το αντεργατικό νόμο.

    • Blogger Comments
    • Facebook Comments

    0 σχόλια:

    Δημοσίευση σχολίου

    Item Reviewed: ΑΠΟΦΑΣΗ της Π.Ε. του ΝΑΡ για τη Κομμουνιστική Απελευθέρωση, Σεπτέμβρης 2016 Rating: 5 Reviewed By: e-kozani
    Scroll to Top