Η τουρκική αστική τάξη, μετά το πραξικόπημα, αξιοποιεί το
άνοιγμα ως «χαρτί» για τη διεκδίκηση των θέσεών της έναντι και των παραδοσιακών
ΝΑΤΟικών συμμάχων
Από την κοινή συνέντευξη Πούτιν - Ερντογάν, όπου ανακοινώθηκε και η συνέχιση μιας σειράς σχεδίων για τα τουρκικά και ρωσικά μονοπώλια |
Πηγή: rizospastis.gr
Η επίσκεψη την περασμένη Τρίτη στη Ρωσία του Τούρκου
Προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, μετά από πρόσκληση του
ομολόγου του Ρώσου Προέδρου,Βλαντιμίρ Πούτιν, και τα πρώτα
αποτελέσματά της, σηματοδοτεί μια αμοιβαία προσπάθεια οι σχέσεις των δύο χωρών,
δηλαδή των μονοπωλιακών ομίλων τους, να επανέλθουν και να βελτιωθούν
περισσότερο, από το σημείο που ήταν τον Νοέμβρη του 2015. Τότε οι σχέσεις
επιδεινώθηκαν και έφτασαν στο ναδίρ, όταν ρωσικό βομβαρδιστικό, που συμμετείχε
στους βομβαρδισμούς στη Συρία, καταρρίφθηκε από τουρκικά μαχητικά στις 24
Νοέμβρη και οι πιλότοι σκοτώθηκαν στο έδαφος.
Αξίζει να θυμίσουμε ότι τότε είχαν ανταλλαγεί σκληρές
κουβέντες, η Τουρκία είχε πάρει την πλήρη κάλυψη του ΝΑΤΟ, έτσι που φαινόταν
ότι το «γυαλί είχε ραγίσει» για τα καλά, σε τέτοιο σημείο που δεν υπήρχε
«δρόμος επιστροφής». Ομως στα παζάρια των καπιταλιστών δεν υπάρχει ...ποτέ και
οι κολεγιές μπορούν να αλλάξουν αν κριθεί ότι αυτό είναι προς το συμφέρον τους.
Τι είχε ειπωθεί τότε όμως έχει την σημασία του.
Καταρχάς, ο Πούτιν είχε χαρακτηρίσει την κατάρριψη «πράξη μη
φιλική, εχθρική και εγκληματική», ενώ στην εφ' όλης της ύλης συνέντευξη που
είχε δώσει σε ρωσικά και διεθνή μέσα το Δεκέμβρη του 2015, απαντώντας στο εάν
συμμετείχε άλλος στην επιχείρηση της κατάρριψης είχε απαντήσει περιπαικτικά:
«Δε γνωρίζουμε με βεβαιότητα και δεν ξέρουμε αν είναι σωστό ή λάθος, αν κάποιοι
στην τουρκική ηγεσία αποφάσισαν να γλείψουν τους Αμερικανούς σε ένα
συγκεκριμένο σημείο. Δεν ξέρω αν το χρειάζονταν και οι Αμερικανοί. Ισως, πάντως,
υπήρξε κάποια συμφωνία σε ένα ορισμένο επίπεδο, ότι θα "καταρρίψουμε ένα
ρωσικό αεροπλάνο και κάντε τα στραβά μάτια σε αυτό" ή "ας μπούμε στο
Ιράκ και ας καταλάβουμε ένα μέρος του"» (μια μπηχτή για την είσοδο
τουρκικού στρατού στην περιοχή της Μοσούλης στο Ιράκ). Και συνέχιζε «δεν ξέρω,
αλλά ίσως αυτή η ανταλλαγή έλαβε χώρα, όμως δεν το ξέρω στα σίγουρα. Οι
τουρκικές αρχές υποτίθεται ότι δεν ήξεραν ότι ήταν ένα ρωσικό αεροπλάνο! Τι
έπρεπε να γίνει σε τέτοιες περιπτώσεις; Ανθρωποι σκοτώθηκαν. Ενα τηλεφώνημα θα
έπρεπε να γίνει και να ακολουθήσουν και άλλα. Αλλά αντί αυτού, οι τουρκικές
αρχές αμέσως έτρεξαν στις Βρυξέλλες, φωνάζοντας "βοήθεια, βοήθεια, μας
επιτίθενται". Μήπως έχουμε αγγίξει κάποιον εκεί; Τότε άρχισαν να κρύβονται
πίσω από το ΝΑΤΟ. Μήπως το ΝΑΤΟ χρειαζόταν; Αποδείχτηκε ότι όχι». Και τόνιζε με
έμφαση ότι θεωρεί δύσκολο να υπάρχει προοπτική για βελτίωση των σχέσεων με τη
σημερινή τουρκική ηγεσία που σέρνεται στην ισλαμοποίηση, πράγμα που, σημείωσε,
«θα έκανε τον Ατατούρκ να στριφογυρίζει στον τάφο του». Είχε, επίσης,
κατηγορήσει την Τουρκία ότι υποθάλπει ισλαμιστές ακόμα και από το Βόρειο
Καύκασο που μετά έρχονται στη Ρωσία, ότι κάνει λαθρεμπόριο με τους εγκληματίες
του ΙΚ και την προειδοποίησε ότι πλέον δεν μπορεί να παραβιάζει το συριακό εναέριο
χώρο, γιατί η Ρωσία τον καλύπτει με τα αντιαεροπορικά πυραυλικά συστήματα
«S-400».
Η τουρκική ηγεσία, από την πλευρά της, μέσω του Ερντογάν
είχε κατηγορήσει τη Ρωσία ότι δεν βομβαρδίζει τζιχαντιστές του «Ισλαμικού
Κράτους», αλλά τη συριακή αντιπολίτευση και τους Τουρκομάνους που ζουν στις
παραμεθόριες περιοχές, ενώ ο τότε πρωθυπουργός, Αχμέτ Νταβούτογλου, αντέτεινε
στον Πούτιν και την Ρωσία «δε θα της επιτρέψουμε να υπαγορεύσει την
πολιτική μας» και την κατηγόρησε για «σοβιετική προπαγάνδα»,
επιστρατεύοντας και τον αντικομμουνισμό, μόνο που και η σημερινή ρωσική ηγεσία
ήταν μαζί του κατά της σοβιετικής εξουσίας και του σοσιαλισμού.
Προέχουν οι δουλειές των καπιταλιστών
Ομως, όλα αυτά σήμερα δείχνουν να έχουν ξεχαστεί, αλλά δεν
έχουν και οι φιλοφρονήσεις διαδέχονται η μία την άλλη, όχι από λόγους
..ευγενείας. Σήμερα, επίσης, η τουρκική ηγεσία αξιοποιώντας το γεγονός ότι οι
Τούρκοι πιλότοι που κατέρριψαν το ρώσικο αεροσκάφος είναι στους συλληφθέντες
για εμπλοκή στο πραξικόπημα της 15ης Ιούλη, εμφανίζει την επιχείρηση κατάρριψης
ως περίπου ελεγχόμενη από ένα «παράλληλο κράτος» που υπήρχε. Πίσω, βεβαίως, από
την επαναπροσέγγιση βρίσκονται ισχυρότατα συμφέροντα, βρίσκεται η αλλαγή
τακτικής στη Μέση Ανατολή, βρίσκονται οι μπίζνες των καπιταλιστών που πιέζουν
να συνεχιστούν. Αλλωστε, γι' αυτό στην κουστωδία του Ερντογάν στη Ρωσία ήταν
πλειάδα υπουργών και επιχειρηματιών. Και οι πιο μεγάλες και φανερές μπίζνες που
προχωράνε, είναι: Η συνέχιση της κατασκευής του πυρηνικού εργοστασίου στο
Ακούγιου ύψους 20 δισ. δολαρίων, ο τουρκικός αγωγός φυσικού αερίου που μπορεί
να εξασφαλίσει για τους Τούρκους βιομηχάνους φτηνή Ενέργεια, ενώ θα κριθεί από
τη στάση της ΕΕ, αν θα συνεχιστεί η πορεία του αγωγού. Ταυτόχρονα, ξαναξεκινάει
η προμήθεια διατροφικών προϊόντων της Τουρκίας στη Ρωσία, για την οποία, λόγω
των κυρώσεων από την ΕΕ και τις ΗΠΑ για το Ουκρανικό, αποτελεί μια λύση.
Επίσης, το τουριστικό κεφάλαιο θέλει να αρχίσουν και πάλι να έρχονται Ρώσοι
τουρίστες. Ο στόχος που μπήκε είναι το διμερές εμπόριο να φτάσει το χρόνο τα
100 δισ. δολάρια, κάτι που και οι δύο ηγέτες εμφανίζουν ότι θα είναι «προς
όφελος των δύο λαών».
Την ίδια ώρα, αξιοσημείωτη είναι και η προσπάθεια
προσέγγισης των απόψεων στο ζήτημα της Συρίας, ένα πεδίο όπου συγκρούονται
ευρύτερα συμφέροντα που έχουν σχέση με την Ενέργεια και τους δρόμους μεταφοράς
της, τα ανταγωνιστικά σχέδια διαφορετικών ιμπεριαλιστικών συμμαχιών. Στη Συρία,
επίσης είναι σημαντική η διείσδυση του ρωσικού κεφαλαίου σε μια σειρά από
τομείς της οικονομίας της (καύσιμα, μηχανήματα, τρόφιμα, ξυλεία, τουρισμός,
τηλεπικοινωνίες) την ίδια ώρα που διαθέτει και τη βάση στην Ταρτούς. (Αναλυτικά
τα ζητήματα που εξετάζουν από κοινού οι Ρωσία και Τουρκία για τη Συρία στο
σχετικό θέμα στη διπλανή σελίδα).
Πιέσεις και προς τους ΝΑΤΟικούς συμμάχους
Το βέβαιο είναι ότι η επιδίωξη επαναπροσέγγισης Τουρκίας -
Ρωσίας έχει επίδραση στις γεωστρατηγικές ισορροπίες, με δεδομένο ότι η Τουρκία
είναι μια μεγάλη χώρα ενταγμένη στο ΝΑΤΟ με τη σημαντική βάση του Ιντσιρλίκ που
είναι ορμητήριο για όλη τη Μέση Ανατολή. Τώρα, ειδικά μετά το αποτυχημένο
πραξικόπημα, η τουρκική ηγεσία εμφανίζεται ενδυναμωμένη και σηκώνει τους τόνους
στους συμμάχους για μη στήριξη, διαβεβαιώνοντας ωστόσο ότι δεν επιδιώκει την
αλλαγή στρατηγικών συμμαχιών. Περισσότερο προσπαθεί να αξιοποιήσει τα ανοίγματα
προς άλλες δυνάμεις όπως η Ρωσία ή χώρες της Ασίας, ως «χαρτί» για να ασκήσει
πιέσεις και να παζαρέψει καλύτερα. Εκεί αποσκοπεί και η γκρίνια ότι δεν
στηρίχτηκε από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ τις ώρες του πραξικοπήματος, ενώ ειδικά για τις
ΗΠΑ υπάρχουν βάσιμες κατηγορίες ότι τμήματα του κρατικού μηχανισμού και του
στρατού συμμετείχαν μαζί με το δίκτυο του ιμάμη επιχειρηματία Φετουλάχ Γκιουλέν
που τον προστατεύουν ενεργά σε αυτό.
Πάντως, έχει σημασία ότι το ΝΑΤΟ μετά τις αιτιάσεις της
τουρκικής ηγεσίας έσπευσε να εκδώσει ανακοίνωση και να διαβεβαιώσει ότι η
Τουρκία εξακολουθεί να αποτελεί έναν «πολύτιμο σύμμαχο». Ιδιαίτερα σημειώνει
ότι η Τουρκία «έχει σημαντική συνεισφορά σε κοινές προσπάθειες του ΝΑΤΟ,
συμμετέχει πλήρως στις αποφάσεις βάσει συναίνεσης της Συμμαχίας καθώς
αντιμετωπίζουμε τις μεγαλύτερες προκλήσεις για την ασφάλεια σε μια γενιά». Γι'
αυτό, με έμφαση τονίζει ότι «η ένταξη της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ δεν τίθεται υπό
αμφισβήτηση» και ότι «η συμμαχία μας έχει δεσμευτεί για τη συλλογική άμυνα και
στηρίζεται στις αρχές της δημοκρατίας, της ατομικής ελευθερίας, των ανθρωπίνων
δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου. Το ΝΑΤΟ υπολογίζει στη συνέχιση της
συνεισφοράς της Τουρκίας και η Τουρκία μπορεί να υπολογίζει στην αλληλεγγύη και
την υποστήριξη του ΝΑΤΟ». Μάλιστα, απαντώντας στα παράπονα των Τούρκων ότι οι
Δυτικοί σύμμαχοι δεν στάθηκαν αλληλέγγυοι μετά το πραξικόπημα, σημειώνει ότι «ο
γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ μίλησε με τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών για τη
νύχτα της απόπειρας πραξικοπήματος και αργότερα με τον Πρόεδρο Ερντογάν,
καταδικάζοντας έντονα την απόπειρα πραξικοπήματος και επαναλαμβάνοντας την
πλήρη υποστήριξη των δημοκρατικών θεσμών της Τουρκίας, τη στήριξη στην
εκλεγμένη κυβέρνηση της Τουρκίας και το σεβασμό για το θάρρος του τουρκικού
λαού». Ομως, όλα αυτά η τουρκική ηγεσία τα θεωρεί ετεροχρονισμένα και
επαναλαμβάνει ότι κανένας ηγέτης δεν επισκέφτηκε τη χώρα σε αντίθεση με τη
ρωσική ηγεσία, που την εμφανίζει να είναι η «πρώτη που ξεκάθαρα και χωρίς όρους
καταδίκασε το πραξικόπημα και στήριξε την εκλεγμένη κυβέρνηση».
Η τουρκική ηγεσία, επίσης, κλιμακώνει την αντιπαράθεση με
τις ΗΠΑ σχετικά με την έκδοση του ιμάμη επιχειρηματία, Φετουλάχ Γκιουλέν, ο
οποίος έχει έδρα την Πενσιλβάνια και θεωρείται ο υπεύθυνος για τη στήριξη των
πραξικοπηματιών. Ο Μπεκίρ Μποζντάγκ, υπουργός Δικαιοσύνης της Τουρκίας,
προειδοποίησε ότι «αν ο Γκιουλέν δεν εκδοθεί, οι ΗΠΑ θα θυσιάσουν τις
(διμερείς) σχέσεις λόγω του τρομοκράτη αυτού». Πάντως, ο υπουργός Εξωτερικών
της Τουρκίας, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, που επίσης είχε ανεβάσει τους τόνους,
δήλωσε ότι τις επόμενες μέρες κλιμάκιο του υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ θα
εξετάσει την υπόθεση του Γκιουλέν, για την οποία η Τουρκία του έχει παραδώσει
85 κούτες με υλικό.
Το βέβαιο, πάντως, είναι ότι το παζάρι της τουρκικής ηγεσίας
με τη Ρωσία, ή οι «λεονταρισμοί» προς τις ΗΠΑ, ή την ΕΕ (με το ζήτημα της
συμφωνίας των προσφύγων που θα ανακαλέσει αν δεν αρθεί η βίζα για τους
Τούρκους) είναι όλα ζητήματα που απορρέουν από τις ανάγκες της αστικής τάξης
και δεν έχουν σχέση με τα λαϊκά συμφέροντα. Ισα - ίσα με το πρόσχημα των
εκκαθαριστικών επιχειρήσεων προδιαγράφεται νέα επίθεση στα δικαιώματα του
τουρκικού λαού, ενώ μπλέκεται ακόμα περισσότερο το κουβάρι των σφοδρών
ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών. Γι' αυτό είναι κρίσιμο για τους λαούς να μην
μπαίνουν κάτω από τις ξένες σημαίες των εκμεταλλευτών τους, αλλά να δυναμώνουν
σε κάθε χώρα την πάλη ενάντια στην εξουσία του κεφαλαίου.
Δημήτρης ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου