Αρμα μάχης του συριακού στρατού που συμμετέχει σε συγκρούσεις με τζιχαντιστές σε ανατολικό προάστιο της Δαμασκού |
Κλιμάκωση των
στρατιωτικών επιχειρήσεων στο έδαφος της βόρειας Συρίας και του Ιράκ, των
επιχειρήσεων ψυχολογικού πολέμου στο Διαδίκτυο με στόχο τη συρρίκνωση της
απήχησης και της δράσης των τζιχαντιστών για τη στρατολόγηση νέων μισθοφόρων
και δημιουργία «προσωρινών ζωνών ασφαλείας» σε εδάφη της Συρίας και του Ιράκ,
ώστε να επαναπατριστούν εκτοπισμένοι άμαχοι, είναι ορισμένες από τις αποφάσεις
που φαίνεται πως βγήκαν από την υπουργική Σύνοδο 68 χωρών και αξιωματούχων
ιμπεριαλιστικών διεθνών οργανισμών που πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη στην
Ουάσιγκτον.
«Οικοδεσπότης» της
Συνόδου ήταν ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Ρεξ Τίλερσον, που φρόντισε
να αξιοποιήσει διάφορες αφορμές προκειμένου να διαμηνύσει στα άλλα μέλη της
λυκοσυμμαχίας πως οφείλουν να κάνουν περισσότερα και να βάλουν βαθιά το χέρι
στην τσέπη, ώστε να αναλάβουν μέρος του υψηλού κόστους των επιχειρήσεων, που
προσδιορίστηκε για το τρέχον έτος αδρά σε τουλάχιστον δύο δισεκατομμύρια
δολάρια. Οι σύμμαχοι, είπε, θα πρέπει να αναλάβουν μεγαλύτερο μέρος
ευθύνης, όχι μόνο σε στρατιωτικό επίπεδο, αλλά και σε επίπεδο παροχής
«ανθρωπιστικών» υπηρεσιών, σταθεροποίησης των περιοχών και εν τέλει
«ομαλοποίησής τους», όχι τόσο για να επιτραπεί η επιστροφή όλων των εκτοπισμών
αμάχων, αλλά για να γίνει η αναδιανομή της τράπουλας για τα μονοπώλια και
τους ιμπεριαλιστές που συμμετέχουν στη «διεθνή συμμαχία» των ΗΠΑ.
Ενδοϊμπεριαλιστικές κόντρες
Βεβαίως, τα
σχέδια της κυβέρνησης του Προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ να κλιμακώσει «τη
μάχη κατά της ισλαμικής τρομοκρατίας» και να αναγορεύσει τη «διεθνή συντριβή»
του «Ισλαμικού Κράτους» σε «ανώτατη προτεραιότητα» της αμερικανικής εξωτερικής
πολιτικής στη Μέση Ανατολή, συναντούν διάφορα εμπόδια. Μεταξύ άλλων και
λόγω των αντιπαραθέσεων που γεννιούνται στο εσωτερικό της λυκοσυμμαχίας, όπου
οι κόντρες δίνουν και παίρνουν. Και με ορισμένους Ευρωπαίους εταίρους των ΗΠΑ
(όπως π.χ. οι Γερμανοί και οι Γάλλοι), και με ισχυρές χώρες που διαθέτουν
σημαντικό μουσουλμανικό πληθυσμό και επιρροή στην ευρύτερη λεκάνη της
ανατολικής Μεσογείου, όπως η Τουρκία.
Η Τουρκία,
που είναι μέλος του ΝΑΤΟ και ταυτόχρονα αναπτύσει ευρύτερη συνεργασία με τη
Ρωσία με αιχμή τον πόλεμο στη Συρία, αντιδρά έντονα βλέποντας να μένει,
ουσιαστικά, «εκτός νυμφώνος» σε νευραλγικές στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά του
«Ισλαμικού Κράτους», και στη Ράκκα της Συρίας, και στη Μοσούλη του βορείου
Ιράκ. Βασική πηγή ανησυχίας της τουρκικής κυβέρνησης είναι η εντεινόμενη
συνεργασία των Αμερικανών και των Ρώσων με τους Κούρδους μαχητές των δυνάμεων
YPG (Μονάδες Λαϊκής Αυτοάμυνας) στη Συρία, που τους θεωρεί «τρομοκρατική
οργάνωση» και «παρακλάδι» του ΡΚΚ. Ενδεχομένως γιατί ένα τμήμα της τουρκικής
αστικής ελίτ αντιλαμβάνεται πως μεσοπρόθεσμα μια προοδευτική εξέλιξη γεγονότων
θα μπορούσε να βάλει τις βάσεις αρχικά για τη δημιουργία αυτόνομου δυτικού
Κουρδιστάν (Ροτζάβα) και μακροπρόθεσμα να θεμελιώσει ένα ανεξάρτητο
δυτικό Κουρδιστάν που θα μπορούσε, υπό τις κατάλληλες συνθήκες και
συσχετισμό ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, να ενωθεί με το αυτόνομο (και ίσως μελλοντικά
ανεξάρτητο) ιρακινό Κουρδιστάν, προκαλώντας ανακατατάξεις συνόρων σε όλη την
περιοχή.
Δεν είναι τυχαίο
άρθρο που έγραψε πριν λίγες μέρες ο Ιρακινός ακαδημαϊκός Χάουρε Χασάν Χάμα
στην ιστοσελίδα του «Ινστιτούτου Ουάσιγκτον» («δεξαμενή σκέψης» στο Διοικητικό
Συμβούλιο της οποίας συμμετέχουν ο πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Χένρι
Κίσινγκερ, πρώην στελέχη των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών, βουλευτές και
εκδότες) με τον εύγλωττο τίτλο «Πολιτικοποιημένες δυνάμεις και το ζήτημα
ενός ανεξάρτητου κουρδικού κράτους». Ο Χάμα περιγράφει μεταξύ άλλων τις
άγριες κόντρες ανάμεσα στα δύο κόμματα της πολιτικο-οικονομικής ελίτ στο
ιρακινό Κουρδιστάν («Κουρδικό Δημοκρατικό Κόμμα», KDP, του Μουστάφα Μπαρζανί
και την «Πατριωτική Ενωση Κουρδιστάν», PUK, του Τζαλάλ Ταλαμπανί), το γεγονός
πως το ιρακινό Κουρδιστάν έγινε αυτόνομο το 1992 (κατά τους πρώτους πολέμους
του Κόλπου, τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις των Αμερικανών και των συμμάχων τους
στις αρχές της δεκαετίας του '90), ενώ σημειώνει πρόσφατες δηλώσεις του προέδρου
του ιρακινού Κουρδιστάν, Μασούντ Μπαρζανί, πως το Κουρδιστάν «έχει δικαίωμα να
αποσχιστεί από το Ιράκ». Το ζήτημα, λέει εν ολίγοις ο αρθρογράφος, δεν είναι
εάν αλλά πότε θα γίνει κάτι τέτοιο, παρά τις μεγάλες δυσκολίες...
Μέσα στη βδομάδα που
πέρασε καταγράφηκαν δύο «ανησυχητικά» για την Αγκυρα γεγονότα σε σχέση με τους
Κούρδους της Συρίας, των δυνάμεων YPG, που απαρτίζουν μαζί με Αραβες τις
«Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις» (SDF) που συνεργάζονται στενά με τις ΗΠΑ.
Το πρώτο είναι η αερομεταφορά
εκατοντάδων Κούρδων μαχητών από αμερικανικά μεταγωγικά αεροσκάφη στην πόλη
Τάμπκα, όπου υπάρχει και ομώνυμο, στρατηγικό φράγμα, περίπου 40 χλμ δυτικά
της Ράκα. Η μεταφορά των Κούρδων μαχητών από τις αμερικανικές δυνάμεις
επιβεβαιώθηκε από το Πεντάγωνο σαν τμήμα των επιχειρήσεων που αφορούν την
κλιμάκωση των προσπαθειών για ανακατάληψη της Ράκα και συντριβή των
τζιχαντιστών. Σύμφωνα με ρεπορτάζ των «Τάιμς της Ν. Υόρκης», έγινε με απόφαση
Αμερικανών στρατιωτικών διοικητών που βρίσκονται στο έδαφος της βόρειας Συρίας
και για την οποία ενημερώθηκαν ταυτόχρονα στην Ουάσιγκτον ο Αμερικανός υπουργός
Αμυνας Τζέιμς Μάτις και ο Πρόεδρος Ντ. Τραμπ. Οι ρεπόρτερ των
«Τάιμς της Ν. Υόρκης» ισχυρίζονται ότι η νέα κυβέρνηση στο Λευκό Οίκο έχει
δώσει εντολή για μεγαλύτερη «ευελιξία» και ελευθερία στη λήψη αποφάσεων σε
Αμερικανούς στρατιωτικούς αξιωματούχους, που χειρίζονται τις επιχειρήσεις κατά
των τζιχαντιστών του «Ισλαμικού Κράτους» σε Συρία και Ιράκ.
Το δεύτερο γεγονός
που κατέγραψε η Αγκυρα με ανησυχία ήταν στις αρχές της βδομάδας η ανάπτυξη
εκατοντάδων Ρώσων στρατιωτών στη μεθοριακή περιοχή Αφρίν και η συνεργασία τους
με τους Κούρδους μαχητές των δυνάμεων YPG, στο πλαίσιο εφαρμογής της συμφωνίας
γενικής εκεχειρίας που εφαρμόστηκε στις 30 Δεκέμβρη 2016, με στενή συνεργασία
της Ρωσίας, της Τουρκίας και του Ιράν.
Εκπρόσωπος των
Κούρδων μαχητών, για προφανείς λόγους, έσπευσε να προβάλει την εξέλιξη σαν
δημιουργία νέας ρωσικής στρατιωτικής βάσης στη μεθόριο της Συρίας με την
Τουρκία, προκαλώντας αργότερα σχετική διάψευση από το ρωσικό υπουργείο
Αμυνας. Η «ζημιά» όμως είχε γίνει... Ενα 24ωρο μετά την ανακοίνωση ανάπτυξης
ρωσικών στρατευμάτων στο Αφρίν, οι Τούρκοι ανακοίνωσαν το θάνατο Τούρκου
στρατιώτη στη μεθόριο με τη Συρία από πυρά ελεύθερου σκοπευτή. Την Πέμπτη, το
τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών κάλεσε για εξηγήσεις τον Ρώσο πρέσβη στην
Αγκυρα, θεωρώντας πως η Ρωσία ήταν υπεύθυνη για το περιστατικό, μια που το
συμβάν έγινε σε περιοχή που βρίσκεται υπό την «εποπτεία» ρωσικών
στρατευμάτων...
Σκληρές συγκρούσεις και κινήσεις στη διπλωματική σκακιέρα
Το ίδιο διάστημα,
σημειώθηκαν και άλλες ενδιαφέρουσες εξελίξεις που αφορούν τις επιχειρήσεις
τζιχαντιστών και άλλων αντικαθεστωτικών στη Συρία.
Την περασμένη
Κυριακή, αρκετές εκατοντάδες τζιχαντιστές (συμμαχώντας προηγουμένως με
ομάδες αντικαθεστωτικών που συμμετέχουν στις ενδοσυριακές διαπραγματεύσεις και
αναγνωρίζονται σαν «μετριοπαθείς» από δυτικούς ιμπεριαλιστές και μονάρχες του
Κόλπου, όπως ο «Στρατός του Ισλάμ» του Μοχάμεντ Αλούς) αιφνιδίασαν τη
συριακή κυβέρνηση και το στρατό, πραγματοποιώντας οργανωμένη επίθεση σε
ανατολικά προάστια της Δαμασκού, όπως το Τζόζμπαρ και το Καμπούν. Οι
τζιχαντιστές εισήλθαν στην περιοχή αξιοποιώντας ένα μακρύ δίκτυο σηράγγων και
πραγματοποίησαν μπαράζ βομβιστικών επιθέσεων, προκαλώντας δεκάδες νεκρούς
αμάχους, θέτοντας υπό τον έλεγχό τους, έστω και για ένα 24ωρο, συνοικίες της
πρωτεύουσας. Στις αρχές της βδομάδας ο συριακός στρατός ανακοίνωσε ότι
ανακατέλαβε τις περιοχές, όμως οι συγκρούσεις αυτές συνεχίζονταν τουλάχιστον
έως την Πέμπτη, κάνοντας ορισμένους αναλυτές να εκτιμήσουν αφενός πως επρόκειτο
για την πιο σοβαρή πρόκληση που συνάντησε στη Δαμασκό, από την έναρξη του
πολέμου το 2011, η κυβέρνηση του Σύρου Προέδρου Μπασάρ Ασαντ, αφετέρου πως
βρισκόμαστε ακόμα αρκετά μακριά από τον τερματισμό του πολέμου...
Οι δυσκολίες αυτές
φάνηκαν να αντανακλώνται για μια ακόμα φορά την Πέμπτη, κατά την έναρξη του
νέου γύρου ενδοσυριακών διαβουλεύσεων στη Γενεύη της Ελβετίας. Βασικά
θέματα της ατζέντας παρέμεναν η λεγόμενη μεταβατική διακυβέρνηση της Συρίας,
ένα ρωσικό σχέδιο για τη σύνταξη νέου συριακού Συντάγματος, η καταπολέμηση της
«τρομοκρατίας» και η διεξαγωγή νέων εκλογών. Είναι όμως φανερό πως όσο
κλιμακώνονται οι πολεμικές συγκρούσεις, και ιδιαίτερα όσο συνεχίζονται οι
αιτίες που προκάλεσαν τον πόλεμο και αφορούν κυρίως τις λυσσαλέες κόντρες
καπιταλιστών για γενικότερο ξαναμοίρασμα της «πίτας», τόσο θα αργεί να
ξημερώσει η μέρα του τερματισμού του πολέμου μέσω της «διπλωματίας». Με ό,τι
βεβαίως αυτό συνεπάγεται για την τύχη των λαών της ευρύτερης περιοχής.
Δέσποινα ΟΡΦΑΝΑΚΗ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου