Επιμέλεια Ηρακλής Κακαβάνης
//
Ο Κορνάρος δεν ήταν καθεαυτό μυθιστοριογράφος. Τα περισσότερα έργα του είναι «κάτι μεταξύ ρεπορτάζ και χρονικού, μαρτυρούσαν ένα ταλέντο, όπου η όσφρηση του δημοσιογράφου και η εσωτερική ματιά του λογοτέχνη παρουσίαζαν μια σύνθεση από τις πιο σπάνιες και τις πιο αποδοτικές (…) εκείνο που εντυπωσιάζει σ” αυτά ήταν ότι η κριτική ενυπήρχε μέσα στην περιγραφή που ήταν πάντοτε αχνιστή, σπαρταριστή, ότι οι αγανακτήσεις του, χωρίς να εκφράζονται άμεσα, έβγαιναν ζωντανές μεσ” από τα κείμενα, μας χτυπούσαν σαν άνεμος κατά πρόσωπο» («ΕΣΤΙΑ», τεύχος 1031, «Θέμος Κορνάρος», ΧΑΤΖ).
![]() |
Θ. Κορνάρου – Εξώφυλλο του «Άγιον Όρος» Το χαρακτικό είναι του Γ. Βελισσαρίδη |
Το βιβλίο σημείωσε τρομερή επιτυχία. Εκδόθηκε 3 φορές σε 2 μήνες. Προκάλεσε την αντίδραση της εκκλησίας και των κρατικών αρχών που κατάσχεσαν τη 2η έκδοση. Ωστόσο, παρά την επιτυχία του «Αγίου Ορους» συνέχισε να δουλεύει ως εργάτης έως και το 1944.
Την ίδια χρονιά (1933) εξέδωσε την «Σπιναλόγκα».
Λογοτεχνικά είναι ένα βήμα παραπέρα. Δίνει Περιγράφει τη ζωή των λεπρών στον ξερόβραχο, που βασανίζονται από την αρρώστια τους και από την απανθρωπιά του κράτους και των εκπροσώπων του. Είχε επισκεφτεί ο ίδιος το νησί και έδωσε ζωντανά τη μακάβρια εικόνα της διαβίωσης των λεπρών που συντάραξε την ελληνική κοινή γνώμη. Με τη «Σπιναλόγκα» κουρελιάζει, ξεγυμνώνει την αστική «φιλανθρωπία» και την κρατική «μέριμνα» για την υγεία των εργαζομένων.
λογοτεχνικότερη μορφή στις σκέψεις και στη συγκίνησή του. Αυτό όμως που αξίζει εδώ δεν είναι η περίτεχνη φράση. Είναι η δυνατή περιγραφή και η αγάπη για τον άνθρωπο.
Το 1935 κυκλοφορεί «Ο Αλήτης», όπου ζωντανεύει το δράμα των απόκληρων της κοινωνίας, όπως το έζησε ο ίδιος στις πολύχρονες περιπλανήσεις του. Λίγο αργότερα χάνεται στα βάθη των Ινδιών σαν ανταποκριτής αθηναϊκής εφημερίδας. Κάποιες εντυπώσεις του θα τις γράψει στην «Ανατολή».
Το 1941 κυκλοφορεί το «Καλοί και κακοί» και το 1943 «Ο Δαίμονας» και «Δε θα πεθάνουμε». Αφηγήματα που παρουσίαζαν επεισόδια, σκίτσα μάλλον, της ναζιστικής Αθήνας. Είναι μια διακήρυξη πίστης στον άνθρωπο, στον αγώνα του, στην ανθρωπιά. Με την απελευθέρωση έδωσε ένα από τα καλύτερα πεζογραφήματά του. Στο «Στρατόπεδο του Χαϊδαρίου» (1945) εξιστορεί τις φρικαλεότητες των ναζί στο στρατόπεδο, όπου έκλειναν αγωνιστές της Αντίστασης και ομήρους, προκειμένου να τους εκτελέσουν ως αντίποινα σε πράξεις της Αντίστασης. Οι καλύτερες σελίδες αναφέρονται στα βασανιστήρια της οδού Μέρλιν. Το άντρο αυτό αποτελούσε το διακομιστικό θάλαμο προς το στρατόπεδο. Το πραγματικό θέμα πίσω από τη συγκλονιστική αφήγηση είναι η αντίσταση που πρόβαλαν στον κατακτητή οι έγκλειστοι. «Είναι μορφές ηρωικές μέσα σε αυτή την αφήγηση που αποσπούν το θαυμασμό μας. Πιο συγκλονιστικά, ο Ναπολέων Σουκατζίδης, σύμβολο και συγκεντρωτικός αγωγός αυτής της αντίστασης», (Γιάννης Χατζίνης). Ο Κ. Βάρναλης το χαρακτήρισε «… το πιο ώριμο και ενδιαφέρον έργο του και από την άποψη του γραψίματος και από την άποψη του θέματος».
![]() |
Θ. Κορνάρου: «Με τα παιδιά της θύελλας». Το χαρακτικό στο εξώφυλλο είναι του Γιώργου Φαρσακίδη |
Επιμελήθηκε δύο τόμους Ανθολογίας Αντιστασιακού διηγήματος με τίτλο: α) «Θυσίες και δάφνες του ελληνικού λαού» και β) «Αρματωμένη Ελλάδα». Συνεργάστηκε στα περιοδικά «Νέοι Πρωτοπόροι», «Ελεύθερα Γράμματα», «Επιθεώρηση Τέχνης» και την προδικτατορική «Αυγή».
(Αφιέρωμα του περιοδικού στη ζωή και το έργο του Θέμου
Κορνάρου, με αφορμή την εκδήλωση προς τιμήν του στις 6 Μάη 2015)
Πηγή: Ατέχνως
Πηγή: Ατέχνως
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου