Θανάσης Σκαμνάκης
Ο Κώστας Κάππος ήταν ένας άνθρωπος της εποχής του. Όχι με την έννοια του κυρίαρχου ρεύματος, της μόδας, του συρμού. Ένας άνθρωπος της εποχής του που αντιστεκόταν στην εποχή του, δηλαδή στο κυρίαρχο ρεύμα, στη μόδα, στο συρμό.
Ένας άνθρωπος της εποχής του που διεκδικούσε να βγει από αυτήν ή για την ακρίβεια να βγάλει την εποχή από την εποχή της.
Αναφέρομαι πρωτίστως σε εκείνη τη φλογερή περίοδο που ξεκίνησε με ένα όνειδος, τη χούντα, και έκλεισε με ένα άλλο, το περιπετειώδες και μοιραίο για την Αριστερά '89.
Θα ήθελα να εστιάσω σε αυτό γιατί τότε γεννήθηκαν μύθοι, σύμβολα, μεγάλες ελπίδες και ακόμα μεγαλύτερες αυταπάτες.
Ήταν ένας άνθρωπος της εποχής του γιατί συμβόλισε με χαρακτηριστικό τρόπο την ανυπακοή, το ανυπότακτο, το μεγάλο σχέδιο της ανατροπής.
Ένας άνθρωπος της εποχής γιατί συνδύασε τρία βασικά χαρακτηριστικά, που συγκροτούσαν την πρωτοποριακή αντίληψη της εποχής.
Πρώτον, αφοσίωση στην κομμουνιστική υπόθεση.
Δεύτερον, πίστη στο Kόμμα.
Τρίτον, αντοχή στα βασανιστήρια.
Τα τρία αυτά μαζί, απόρροια το ένα του άλλου, συγκρότησαν το πρόσωπο.
Κι όταν μετά το 1974 η αντοχή στα βασανιστήρια δεν ήταν πια το κρίσιμο σημείο επιλογής, τα άλλα δυο παρέμειναν βαθύτατη πεποίθηση του. Σε τόσο συγκλονιστικό βαθμό που μόνο εκείνος ήξερε, κι ίσως οι πιο στενοί του σύντροφοι, τι ηθικό και πνευματικό μόχθο χρειάστηκε για να κάνει την περίφημη δήλωση σχετικά με τη συγκρότηση του ενιαίου Συνασπισμού, το κοινό πόρισμα ΚΚΕ-ΕΑΡ και εν συνεχεία τις συγκυβερνήσεις και να συγκρουστεί με την ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Στην περίοδο που ακολούθησε, βίωσε την σκληρότητα του καιρού, μετά την ήττα και τη συνεπακόλουθη απογοήτευση.
Και δεν μιλώ φυσικά μόνο για το δικό μας '89 αλλά για το '89 της Ευρώπης και του κόσμου, τη στρατηγική ήττα της πρώτης μεγάλης απελευθερωτικής προσπάθειας του ανθρώπου.
Ύστερα απ’ αυτό, οι άνθρωποι της εποχής βρέθηκαν να είναι εκτός εποχής ακόμα και ως πρωτοπόροι.
Κι από κει άρχισε μια νέα μέτρηση και αξιολόγηση των συμβάντων και των ανθρώπων. Στο βαθύτερο αυτό σκοτάδι χρειαζόταν βαθύτερη πεποίθηση.
Η κομμουνιστική υπόθεση θόλωνε κι η πίστη στο Κόμμα δεν ήταν εγγύηση και της κομμουνιστικής πεποίθησης.
Οι άνθρωποι που βγήκαν από αυτό το λαβύρινθο του τρόμου ενέγραψαν τις υποθήκες για τα μελλοντικά, αλλά όχι χωρίς σκληρές αβαρίες.
Ακόμα και οι τόσοι πρόωροι θάνατοι εγγράφονται σ’ αυτό το ισοζύγιο.
Ζώντας μέσα στις αντιφάσεις που γέννησε η εποχή. Από τη μια η αυθόρμητη διάθεση να κουρνιάσουν, να τακτοποιηθούν, όχι να βολευτούν, αλλά να μείνουν στο υπάρχον κι από την άλλη η συνείδηση πως πρέπει να το υπερβούν.
Από τη μια να βρεθούν σε μια σίγουρη Αριστερά του παρόντος κι από την άλλη να αναζητήσουν την αβέβαιη Αριστερά του μέλλοντος.
Έζησαν, και με έναν διαφορετικό τρόπο ζούμε και εμείς σήμερα, αυτό το άλυτο προς το παρόν ερώτημα. Και η ουσία είναι όχι αν θα σταθείς, δικαίωμα του καθενός είναι, να ξαποστάσεις στο υπάρχον, αλλά αν θα είσαι σε θέση να συνεχίσεις την αναζήτηση του μη υπάρχοντος αλλά ζητούμενου, με όλη την αβεβαιότητα και τις αβαρίες που αυτό συνεπάγεται.
Εμείς όταν μιλάμε για το παρελθόν και τους ανθρώπους του, κατ’ αρχήν επιδιώκουμε να διατηρηθεί ζωντανή η μνήμη και η Ιστορία, αλλά και να δοθούν απαντήσεις στα σημερινά δύσκολα ερωτήματα. Δεν είναι μόνο εκείνο το «η μνήμη όπου και να αγγίξεις πονά», που λέει ο ποιητής, αλλά ακόμα περισσότερο, το ότι η μνήμη όπου και να αγγίξεις σε μαθαίνει. Και γι’ αυτό δεν μπορεί να προσχωρήσουμε στη λογική των μνημοσύνων και των αγιογραφιών. Οι καλύτεροι άνθρωποι είναι κι αυτοί δημιουργήματα του καιρού και του κόσμου τους, άρα με αντιφάσεις, με φωτεινές και σκιερές πλευρές που οφείλουμε να μελετάμε. Το κύριο όμως δεν είναι αν είχαν αντιφάσεις, σκιερές πλευρές και ταλαντεύσεις, αλλά τι επιλογή κάθε φορά έκαναν στα κρίσιμα διλήμματα.
Ωστόσο, με το μόχθο τους ανοίξανε δρόμοι για να ξανασχεδιάσουμε το μέλλον. Η δική τους, όχι μόνο επιμονή, που μπορεί να ακούγεται ως πείσμα ή ως μεταφυσική πίστη, αλλά κυρίως θεωρητική και πολιτική προσπάθεια, συνέβαλε ώστε να μην υποσταλούν όλες οι σημαίες και τώρα να ανεμίζουν καινούργιες, ίσως με πολλά ονόματα, σκόρπιες και εν πολλοίς μοναχικές ακόμα, αλλά ωστόσο ορατές και κυρίως εν αναμονή μιας νέας εποχής.
Παρόμοιες εκδηλώσεις, τιμής και μνήμης μπορεί και πρέπει να εκλαμβάνονται ως η αναγκαία μνημόνευση των ανθρώπων που έβαλαν σφραγίδα στα γεγονότα, ως αναγκαία γέφυρα με το παρελθόν, ως απολογισμός του παρελθόντος χωρίς προσήλωση σ’ αυτό.
Οι άνθρωποι έχουμε την τάση και την επιθυμία να καταφεύγουμε στο παρελθόν – με την έννοια ότι μόνο το παρελθόν μπορούμε και ξέρουμε νοσταλγικά να το αλλάζουμε- κάθε φορά που το παρόν μας στριμώχνει, όταν δεν μπορούμε να το ερμηνεύσουμε και να το αλλάξουμε, πολύ περισσότερο όταν δεν μπορούμε να επέμβουμε και να οργανώσουμε το άμεσο μέλλον με μια σχετική βεβαιότητα.
(Όπως έλεγε ο Γκέτε «όλες οι οπισθοδρομικές και σε διάλυση εποχές είναι υποκειμενικές, ενώ όλες οι προοδευτικές εποχές έχουν μια κατεύθυνση αντικειμενική»).
Υπάρχουν μερικά θορυβώδη παραδείγματα:
► Ο μοντερνισμός στην τέχνη, μετά τη διάλυση των αυταπατών που προκάλεσε ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος. Οι σπουδαίοι δημιουργοί, μην μπορώντας να αντέξουν την κρίση και τον κατακερματισμένο αστικό κόσμο, τη δεκαετία του '20, στράφηκαν προς τις ατομικές απαντήσεις και τα ιδανικά μοντέλα του παρελθόντος που κατασκεύασαν. Ο Τ.Σ. Ελιοτ, ας πούμε, οραματιζόταν τις χριστιανικές κοινότητες του 17ου αιώνα.
► Το ίδιο και ο ρομαντισμός σχεδόν έναν αιώνα πιο πριν αναζήτησε το ιδανικό του στον αρχαίο ελληνικό κόσμο.
► Αυτό κινδυνεύει να πράξει και ο κομμουνισμός του 21ου αιώνα. Αφού κατέρρευσε ο υπεσχημένος και ορατός σοβιετικός παράδεισος, το παρόν γίνεται ασταθές, ανοίκειο, το άμεσο μέλλον αόρατο κι έτσι δυο δρόμοι διαφυγής υπάρχουν, ή να εξωραΐσει το παρελθόν και να κουρνιάσει στη νοσταλγία ή να αποδράσει σε ένα απροσδιόριστο μέλλον αισιοδοξίας.
Οι άνθρωποι της τωρινής εποχής είναι ένα καινούργιο μείγμα, που οφείλει να συνθέσει τα πλεονεκτήματα και τα χαρακτηριστικά της προηγούμενης σε ένα ανώτερο επίπεδο.
Ανώτερο επίπεδο πίστης στην κομμουνιστική υπόθεση.
Ανώτερο επίπεδο υπομονής και αντοχής, όπου τα βασανιστήρια της Ασφάλειας αντικαθίστανται από ένα μαρτύριο καθημερινότητας, των απογοητεύσεων της, της αίσθησης ματαιότητας συχνά.
Ανώτερο επίπεδο κομματικότητας σε ένα κόμμα που δεν υπάρχει και πρέπει να συγκροτηθεί.
Να αισθανθούν και να πράξουν ως εμπροσθοφυλακές του μέλλοντος και όχι ως οπισθοφυλακές του παρελθόντος.
Όχι μαχητές που θέλουν να κατοχυρώσουν ποικίλα κεκτημένα αλλά να κατακτήσουν θέσεις σε χαρακώματα των μελλοντικών, αυριανών, σχεδόν στην κυριολεξία αυριανών, μαχών, που αναμένονται πιο σκληρές, πιο οδυνηρές, πιο αμφίρροπες, αλλά που θα είναι οι καθοριστικές.
Εισήγηση στην εκδήλωση για τα 9 χρόνια από το θάνατο του Κώστα Κάππου, που διοργάνωσε η «Αριστερή Πλατφόρμα» του ΣΥΡΙΖΑ στις 22 Σεπτεμβρίου 2014
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου