της mafalda
Τελευταία μεταξύ των κρατών της ΕΕ κατατάσσεται η Ελλάδα και 78η σε έναν κατάλογο 178 χωρών όσον αφορά στη λίστα του «Δείκτη Αντίληψης της Διαφθοράς» για το 2010. Η λίστα αυτή καταρτίζεται από την «Μη Κυβερνητική Οργάνωση Διεθνή Διαφάνεια» και γνωστοποιήθηκε, στα τέλη Οκτωβρίου, από το ελληνικό παράρτημά της. Πιο συγκεκριμένα, μάλιστα, ο Πρόεδρος του ελληνικού παραρτήματος, κ. Κώστας Μπακούρης, μας κοινοποίησε ότι η Ελλάδα βαθμολογήθηκε με 3,5 βαθμούς στην «κλίμακα διαφθοράς» η οποία κυμαίνεται από 0 (που αντιπροσωπεύει τις βυθισμένες στη διαφθορά χώρες) μέχρι 10 (που αντιπροσωπεύει τις χώρες με τα χαμηλότερα επίπεδα διαφθοράς). Μάλιστα, η Ελλάδα «υποβαθμίστηκε», μετά από τους περίφημους Διεθνείς Οίκους Αξιολόγησης, και από τη «Διεθνή Διαφάνεια», καθώς υποχώρησε επτά θέσεις, από την 71η που κατείχε το 2009, κάτι μάλλον αναμενόμενο, κατά τον κ. Μπακούρη, αφού, όπως είπε, «μεταξύ των χωρών που σημείωσαν επιδείνωση, ξεχωρίζουν εκείνες που πλήττονται περισσότερο από την οικονομική κρίση», εκτιμώντας, επίσης ότι «η κρίση επισπεύτηκε από το έλλειμμα διαφάνειας και ακεραιότητας».
Οι εκτιμήσεις αυτές, καθώς και το σχετικό αναλυτικό πλαίσιο, φυσικά, δεν αποτελούν κάτι πρωτάκουστο. Τόσο ο νυν πρωθυπουργός όσο και ο προηγούμενος όσο και οι προκάτοχοί τους, πολλάκις, έχουν αναφερθεί στις καταστροφικές συνέπειες «των εκτεταμένων φαινομένων διαφθοράς», έχουν κατηγορηματικά δηλώσει ότι «θα πατάξουν τη διαφθορά και θα επιδείξουν μηδενική ανοχή» και τείνουν συχνά να επιρρίπτουν, αν όχι συνολικά, πάντως σίγουρα σε μεγάλο βαθμό, την ευθύνη για την κατάντια της χώρας σήμερα σε αυτού του είδους τα φαινόμενα. Ποιος δεν θυμάται τη φράση του Γ. Παπανδρέου «όλα στο φως», την οποία έχει πει τόσες πολλές φορές προκειμένου να αποδείξει την αποφασιστικότητά του για «διαφάνεια»; Και ποιος δεν αντιλαμβάνεται ότι από αυτήν ακριβώς τη λογική πηγάζει και η θρασύτατη αποστροφή του αντιπροέδρου της κυβέρνησης, Θ. Πάγκαλου, σύμφωνα με την οποία «όλοι μαζί τα φάγαμε», εννοώντας ότι η διαφθορά στη χώρα μας είναι τόσο βαθειά, που αγγίζει από την κορυφή μέχρι τα νύχια τη διοίκηση, τον κρατικό μηχανισμό, τις υπηρεσίες και τον κοινωνικό ιστό, έτσι ώστε η ευθύνη για τη σημερινή κατάσταση να μπορεί εύκολα, με βάση πάντα αυτήν την λογική, να επιμεριστεί σε όλους ανεξαιρέτως τους Έλληνες πολίτες.
Ποιοι είναι, όμως, τελικά αυτοί που κρίνουν, κατακρίνουν και κατατάσσουν τις χώρες σε λίστες «διαφάνειας»; Ποια είναι τα κριτήρια με τα οποία γίνεται αυτό; Και πώς ορίζουν, τελικά, αυτήν την περιβόητη «διαφάνεια», η οποία παρουσιάζεται ως πανάκεια των μυρίων κακών που μαστίζουν τον τόπο και ως βασική έλλειψη που οδήγησε τη χώρα στο σημερινό αδιέξοδο;
Ποια είναι και πώς λειτουργεί η «Διεθνής Διαφάνεια»
Η οργάνωση «Διεθνής Διαφάνεια» ιδρύθηκε στο Βερολίνο το 1993, από τον Peter Eigen, ο οποίος παρέμεινε επικεφαλής της μέχρι το 2005. Ο Eigen υπήρξε πρώην διευθυντής της Παγκόσμιας Τράπεζας στην Αφρική, και συγκεκριμένα συντονιστής των προγραμμάτων βοήθειας των ανεπτυγμένων χωρών προς τις φτωχότερες. Όπως ο ίδιος υποστήριζε, από την θέση αυτή διαπίστωσε ότι μεγάλο μέρος της βοήθειας που διαχειριζόταν και διένειμε «εξατμιζόταν» σε έναν κυκεώνα «πολιτικής και λοιπής διαφθοράς». Αποφάσισε, λοιπόν, με άλλα 70 άτομα, μεταξύ αυτών και άλλοι συνεργάτες της Παγκόσμιας Τράπεζας αλλά και πολιτικοί αρχηγοί από την Αφρική, την Ασία και την Λατινική Αμερική να ιδρύσει μία Μη Κυβερνητική Οργάνωση, που θα είχε αυτό ακριβώς το αντικείμενο.
Η ιδέα του αποδείχτηκε επιτυχημένη, καθώς πλείστες πολιτικές ηγεσίες και άλλοι τόσοι διεθνείς οργανισμοί έσπευσαν να επικροτήσουν το εγχείρημα. Σήμερα, η οργάνωση διαθέτει παραρτήματα σε περισσότερες από 90 χώρες, τα οποία στελεχώνονται, όπως αναφέρεται και στις διάφορες παρουσιάσεις της, από «καταξιωμένες προσωπικότητες της εκάστοτε χώρας». Τα μέλη και οι συνεργάτες της αριθμούν χιλιάδες ανθρώπους, και στην έδρα της στο Βερολίνο βρίσκονται εγκατεστημένοι 40 νομικοί, οικονομολόγοι και ειδικοί στα φορολογικά συστήματα, οι οποίοι αξιολογούν τις πληροφορίες και τα στοιχεία που συλλέγουν, με τη βοήθεια ειδικά διαμορφωμένων ερωτηματολογίων και κλιμάκων, τα, κατά τόπους, παραρτήματα της οργάνωσης, κάνοντας «έρευνα» σε δημόσιες υπηρεσίες, πολιτικά γραφεία κλπ. Μέσα από όλες αυτές τις «επιτόπιες έρευνες» και τα στοιχεία, η οργάνωση στοχεύει, κατά τα λεγόμενά της, στην αποκάλυψη περιπτώσεων διαφθοράς, την οποία χαρακτηρίζει ως «λανθασμένη λειτουργία του συστήματος», πιστεύοντας ακράδαντα ότι αυτή μπορεί να καταπολεμηθεί μόνο μέσα «από απόλυτη διαφάνεια».
Η «Διεθνής Διαφάνεια» δεν ασχολείται με εξατομικευμένες περιπτώσεις, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον της στους θεσμούς, στην νομοθεσία και στον «τρόπο που λειτουργεί το σύστημα» στην εκάστοτε χώρα με απώτερο στόχο να το «αναδιαμορφώσει και να καθάρει» αυτόν τον τρόπο λειτουργίας μέσα από τη συνεργασία της με τις, κατά τόπους, κρατικές υπηρεσίες. Η κάθε περίπτωση αντιμετωπίζεται ξεχωριστά και η οργάνωση ως σύνολο, κάθε χρόνια, δημοσιοποιεί τρεις εκθέσεις.
Η πρώτη είναι η λίστα του «δείκτη αντίληψης της Διαφθοράς», (η οποία είναι και η γνωστότερη, αφού αποτελείται από τη βαθμολόγηση χωρών με γνώμονα το εύρος της διαφθοράς στην πολιτική και δημόσια διοίκηση). Η λίστα καταρτίζεται από στοιχεία που συγκεντρώνουν τα μέλη της οργάνωσης αλλά και από εκθέσεις επιχειρηματιών (που δεν είναι πολίτες της εν λόγω χώρας κατά κύριο λόγο, και οι οποίοι δραστηριοποιούνται ή επεδίωξαν να δραστηριοποιηθούν εκεί).
Μια άλλη ετήσια έκθεσή της είναι η λίστα όπου κατατάσσονται ιεραρχικά οι χώρες όπου καταγράφεται ο υψηλότερος «χρηματισμός» πολιτικών προσώπων και διοικητικών υπηρεσιών. Η τρίτη ετήσια έκθεσή της ονομάζεται «παγκόσμιο βαρόμετρο διαφθοράς», και καταγράφει τις απόψεις πολιτών της εκάστοτε χώρας για το ποιοι κλάδοι και πόσο «πλήττονται» από διαφθορά στη χώρα τους.
Τέλος, στην ιστοσελίδα της προσφέρει και «συνταγές» αντιμετώπισης της διαφθοράς, δίνοντας συμβουλές στους πολίτες για το πώς πρέπει να συμπεριφερθούν, που να κάνουν τις καταγγελίες τους κλπ. {στοιχεία από το άρθρο «Διεθνής Διαφάνεια Α.Ε.» του Β. Βιλιάρδου}
Το ελληνικό παράρτημα
Στην Ελλάδα η «Διεθνής Διαφάνεια» έκανε την εμφάνισή της τον Νοέμβριο του 1996. Όπως αναφέρει η ίδια η ιστοσελίδα της: «..μία ομάδα πολιτών με επικεφαλής μια πολύ σημαντική προσωπικότητα της δημόσιας ζωής, την τ. Υφυπουργό Εξωτερικών κυρία Βιργινία Τσουδερού, αποτελούμενη από πολιτικούς, επιχειρηματίες, δικαστικούς, επιστήμονες, στρατιωτικούς, δημοσιογράφους, δικηγόρους, γιατρούς, δημόσιους και ιδιωτικούς υπαλλήλους, αποφάσισε να αναμετρηθεί με τη διαφθορά.
Για αυτόν τον λόγο συστήσαμε ένα σωματείο υπό τον τίτλο «Διεθνής Διαφάνεια-Ελλάς», μέλος μίας ευρύτερης οικογένειας που ξεκίνησε λίγα μόλις χρόνια πριν το 1993 από το Βερολίνο της Γερμανίας ως παγκόσμια Μη Κυβερνητική Οργάνωση.
Επιδίωξη όλων μας ήταν και παραμένει να σταματήσει η εγκληματική αδιαφορία απέναντι σε θέματα διαφάνειας και λειτουργίας των θεσμών που επιτρέπει να γεννάται δικαίως στην κοινή γνώμη η αντίληψη της διαφθοράς και της σήψης. Στόχος μας είναι να αγωνιζόμαστε σταθερά για την αποκατάσταση των θεσμών και την καταπολέμηση της διαφθοράς. Αίτημά μας παραμένει η άσκηση της εξουσίας με ήθος και διαφάνεια.
Πολλοί φίλοι μας είπαν ότι κυνηγάμε μία χίμαιρα. Σήμερα είναι αποδεκτό ότι η διαφθορά αποτελεί γάγγραινα στο πολιτικό και οικονομικό σύστημα της χώρας και είμαστε περήφανοι γιατί συμβάλλουμε καθημερινά στον πόλεμο κατά της διαφθοράς.
Το καταστατικό υπέγραψαν 26 ιδρυτικά μέλη στις 28 Νοεμβρίου 1996.»
Χρηματοδότηση και χρηματοδότες
Η χρηματοδότηση της οργάνωσης είναι πολυεπίπεδη, ποικίλη και, σε τελική ανάλυση, αρκετά αποκαλυπτική των πραγματικών προθέσεων της. Τα, κατά τόπους, παραρτήματα της «Διεθνούς Διαφάνειας» παροτρύνονται να εξασφαλίζουν οικονομική αυτάρκεια εντός των χωρών όπου δραστηριοποιούνται, με γνώμονα τον τρόπο που χρηματοδοτείται και η «μητρική» οργάνωση, η οποία με βάση τον δημοσιευμένο ισολογισμό της, πχ το 2008, εμφανίζεται να έχει προϋπολογισμό 254.000 ευρώ.
Ας δούμε, όμως, πώς συλλέγονται αυτά τα χρήματα. Όπως αναφέρει ο Β. Βιλιάρδος η γερμανική «μητρική» έδρα της οργάνωσης χρηματοδοτείται από: το γερμανικό υπουργείο Αναπτυξιακής Βοήθειας, το Ταμείο Συνοχής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Πιστωτικό Ίδρυμα Ανοικοδόμησης (KfW- το όνομα της οποίας φιγουράρισε μεταξύ όσων προτάθηκαν ως δανειστές προς την Ελλάδα), τη Γερμανική Εταιρεία για την Τεχνική Συνεργασία (GTZ), διάφορα ιδρύματα, γνωστά για την επιρροή και τη στάση τους, όπως το ίδρυμα Bertelsmann που δραστηριοποιείται στο χώρο των ΜΜΕ, το αμερικανικό ίδρυμα Rockefeller, που αποτελεί τον κύριο χρηματοδότη πολλών διεθνών Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (τέτοια ευαισθησία λοιπόν;;), το ίδρυμα Mc Arthur Foundation, τα πρόστιμα, τα οποία διατίθενται στην οργάνωση από τις διάφορες εισαγγελίες, από δωρεές συνεργαζόμενων επιχειρήσεων (είθισται η ετήσια εισφορά τους, κατά μέσο όρο, να κυμαίνεται στα 10.000 ευρώ επισήμως) και από δωρεές ιδιωτών και μελών του συνδέσμου.
Στις δύο αυτές τελευταίες πηγές χρηματοδότησης «κρύβεται» και η ουσία: ποιες είναι οι δωρήτριες επιχειρήσεις, ποια είναι τα μέλη της οργάνωσης και πώς γίνονται μέλη. Ορισμένα πολύ χρήσιμα παραδείγματα, περιέχονται στο άρθρο του Βασίλη Βιλιάρδου «Διεθνής Διαφάνεια Α.Ε.», που δημοσιεύτηκε στις 27 Μαρτίου 2010. Σύμφωνα με αυτά, μέλος της «Διεθνούς Διαφάνειας» έγινε, το 2000, η γερμανική εταιρεία σιδηροδρόμων –Deutsche Bahn- όταν διαπιστώθηκαν περισσότερες από 100 περιπτώσεις διαφθοράς στο εσωτερικό της. Η, επίσης, γερμανική κατασκευαστική εταιρεία Hochtief (βλ. αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος) είχε γίνει μέλος της οργάνωσης, ένα χρόνο νωρίτερα, όταν τέθηκε στο μικροσκόπιο της εισαγγελίας του Βερολίνου, που την ερευνούσε για «απάτη», σχετικά με την ιδιωτικοποίηση του αεροδρομίου της πόλης.
Την ίδια χρονιά, δηλαδή το 1999, η, ιδιαίτερα γνωστή στη χώρα μας, Siemens έσπευσε να γίνει μέλος της «Διεθνούς Διαφάνειας», όταν κατηγορήθηκε ότι χρημάτισε με πολλά εκατομμύρια την τότε κυβέρνηση της Ισπανίας για ν’ αναλάβει την κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής Μαδρίτη – Σεβίλλη και για χρηματισμό κυβερνητικών αξιωματούχων στην Νότια Κορέα προκειμένου να εξασφαλίσει την πώληση δικών της ιατρικών μηχανημάτων. Το 2002, η Hochtief, όπως και η έταιρη γερμανική εταιρεία ΑΒΒ, αμφότερες «επιφανή μέλη της Διεθνούς Διαφάνειας» κατηγορήθηκαν, εκ νέου, για εμπλοκή σε χρηματισμούς και δωροδοκίες, αυτή τη φορά του γερμανικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD). Τους ζητήθηκαν εξηγήσεις από τη «Διεθνή Διαφάνεια», οι οποίες, αν και δεν έγιναν ευρέως γνωστές, φαίνεται ότι –μαζί και με τις δωρεές τους- έπεισαν την οργάνωση ότι δεν πρόκειται για αξιοπρόσεκτες καταγγελίες, καθώς σε αντίθετη περίπτωση θα όφειλε, με βάση τις «αρχές» της, να διαγράψει τις συγκεκριμένες εταιρείες από τον κατάλογο των μελών της.
Την περασμένη άνοιξη, «εξηγήσεις» ζητήθηκαν και από την γνωστή αυτοκινητοβιομηχανία Daimler, (επίσης επιφανές μέλος της οργάνωσης) και πάλι για καταγγελίες δωροδοκίας κυβερνητικών αξιωματούχων σε 22 χώρες (συμπεριλαμβανομένων των Ελλάδα, Ρωσία, Κίνα, Τουρκία, Αίγυπτο, Νιγηρία, Ιράκ, Ουγγαρία, Λετονία, Σερβία, Μαυροβούνιο). Ούτε αυτή η εταιρεία, όμως, τελικά «αποβλήθηκε» από τη «Διεθνή Διαφάνεια». Μέχρι σήμερα, τουλάχιστον, οι εξηγήσεις (ή τα ανταλλάγματα που έδωσαν ως δωρεές θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ευλόγως) των «μελών» της οργάνωσης που έχουν κατηγορηθεί για διαφθορά, προφανώς, έχουν κριθεί ικανοποιητικές. Δηλαδή, το γεγονός ότι στελέχη της Siemens δήλωναν για το σκάνδαλο στο οποίο εμπλέκεται η εταιρεία στην Ελλάδα ότι «τα δώρα» προς κυβερνητικούς και άλλους αξιωματούχους της ελληνικής δημόσιας διοίκησης ήταν «παράδοση», μάλλον αποτελεί μια επαρκή ερμηνεία του τι σημαίνει «διαφάνεια» και για τη διεθνή ομώνυμη οργάνωση και για το ελληνικό της παράρτημα.
Νομοθεσίες και αποδεκτά «παραθυράκια»
Για να μην περάσει από το μυαλό κάποιου ότι το πρόβλημα εστιάζεται μόνο στη γερμανική «έδρα» της οργάνωσης, αξίζει τον κόπο ν’ αναφερθεί και ένα ακόμη χαρακτηριστικό παράδειγμα, που επίσης, αναφέρεται στο άρθρο «Διεθνής Διαφάνεια Α.Ε.» του Β. Βιλιάρδου. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι η χώρα που διαθέτει ομοσπονδιακό νόμο κατά τη διαφθοράς, δηλαδή χαρακτηρίζει αδίκημα το χρηματισμό υπαλλήλου –Federal Corrupt Practice Act- και που στηρίζει σταθερά κάθε εθνική και διεθνή πρωτοβουλία για την καταπολέμησή της. Υπάρχει, όμως, και ένα «παραθυράκι»: ο νόμος ισχύει για όσες εταιρείες υπάγονται στην αμερικανική φορολογική νομοθεσία, αλλά όχι για όσες έχουν έδρα στον αμερικανικό φορολογικό παράδεισο των νήσων Virgin ως «εταιρείες διεθνών πωλήσεων».
Αυτό αυτομάτως δίνει τη δυνατότητα σε μεγάλες πολυεθνικές να χρηματίζουν ανενόχλητες δια μέσου, επί της ουσίας, θυγατρικών τους εταιρειών, οι οποίες όμως εμφανίζονται απλώς ως συνεργαζόμενες μαζί τους, με έδρα τα Virgin ενώ οι ίδιες είναι απολύτως νομιμόφρονες εντός ΗΠΑ και έχουν κάθε δικαίωμα να είναι αξιότιμα μέλη της «Διεθνούς Διαφάνειας». Ορισμένα παραδείγματα; Οι εταιρείες Lockheed, Boeing, IBM, General Motors, Exxon, General Electric και Texaco ξεχωρίζουν μεταξύ των «διωκτών» της διαφθοράς ως μέλη της «Διεθνούς Διαφάνειας».
Εννοείται ότι το κόλπο των φορολογικών παραδείσων ισχύει και για τις εταιρείες που είναι εγκατεστημένες στην Ευρώπη με τις δήθεν ανεξάρτητες off shore εταιρείες (τους). Αυτά τα πασίγνωστα, σε όποιον ασχολείται με επιχειρήσεις, κόλπα, όμως, δεν φαίνεται ούτε να προβληματίζουν την οργάνωση «Διεθνή Διαφάνεια» αφού δεν μπαίνει καν στον κόπο να ελέγξει όλες αυτές τις υπόγειες διαδρομές, ούτε να επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει τα «επιφανή μέλη» της.
Αποπροσανατολισμός και περαιτέρω αποδυνάμωση της χώρας – στόχου
Αν αυτό δεν είναι αρκετά διαφωτιστικό για το πώς ακριβώς λειτουργεί η συγκεκριμένη οργάνωση, τότε ίσως αξίζει να αναφερθεί ένα ακόμη αποκαλυπτικό παράδειγμα. Γενικός διευθυντής της εταιρείας Dumez – France κάθισε στο εδώλιο γαλλικού δικαστηρίου ως ύποπτος για χρηματισμό Νιγηριανών στρατηγών και δημοσίων αξιωματούχων με 60.000.000 δολάρια, δια μέσου της εταιρείας Dumez – Nigeria που έχει την έδρα της σε φορολογικό παράδεισο. Τελικώς αθωώθηκε διότι παρά την προφανή σύνδεση, δεν μπορούσε με το γράμμα του νόμου ν’ αποδειχτεί ότι η μία εταιρεία είχε σχέση με την άλλη, άρα δεν παραβιαζόταν ο σχετικός γαλλικός νόμος. Τόσο ο ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης) όσο και η «Διεθνής Διαφάνεια», που συνεργάζονται στενά σε ζητήματα διαφθοράς, θεώρησαν «απολύτως λογικό» η υπόθεση να καταχωρηθεί ως «περιστατικό διαφθοράς που βαρύνει τη Νιγηρία και όχι τη Γαλλία». Έτσι, η Νιγηρία φιγουράρει χαμηλά στη γνωστή λίστα του «Δείκτη Αντίληψης της Διαφθοράς» ενώ η Γαλλία σαφώς και όχι.
Αποκαλυπτική είναι η ίδια η εκτίμηση της «Διεθνούς Διαφάνειας» περί διαφθοράς. Εκτιμά ότι η πλειοψηφία των περιστατικών διαφθοράς, σε επίπεδο κυβερνητικό ή ανώτερης δημόσιας διοίκησης, λαμβάνει χώρα σε φτωχά κράτη. Η χορήγηση «προμήθειας» προκειμένου μια εταιρεία ν’ αναλάβει ένα δημόσιο έργο ή μια επένδυση, στις χώρες αυτές, θα πρέπει να θεωρείται μάλλον δεδομένη, υποστηρίζει η οργάνωση, εκτιμώντας, μάλιστα, ότι συνήθως το ύψος της «προμήθειας» κυμαίνεται στο 10% επί του συνόλου της επένδυσης, δηλαδή 10.000.000 ευρώ, όταν πρόκειται για μια επένδυση ύψους 100.000.000 ευρώ.
«Είναι απολύτως φυσιολογικό», αναφέρει η ίδια η οργάνωση «Διεθνής Διαφάνεια», «για τους ξένους εκπροσώπους της κρατικής εξουσίας ή για τους διευθυντές των επιχειρηματικών ομίλων, το να προωθούν τη διαφθορά στις φτωχές χώρες, με στόχο το δικό τους πλουτισμό!». Συνεπώς, είναι προφανές γιατί είναι εξίσου φυσιολογικό όλα τα περιστατικά διαφθοράς να «βαρύνουν» τις φτωχές χώρες, «αυτούς που τα παίρνουν δηλαδή» αλλά όχι «αυτούς που τα δίνουν» (οι οποίοι άλλωστε σε μεγάλο βαθμό είναι και οι κύριοι χρηματοδότες της οργάνωσης) και με γνώμονα αυτή τη λογική να καταρτίζεται και ο περίφημος κατάλογος.
Είναι λοιπόν «απολύτως φυσιολογικό», η Ελλάδα, στη λίστα του 2010, να έχει κατρακυλήσει στην 78η θέση και στην τελευταία μεταξύ των χωρών της ΕΕ, μια κατρακύλα που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό πχ στο σκάνδαλο στο οποίο εμπλέκεται η γερμανική Siemens, αλλά η ίδια η εταιρεία να παραμένει μέλος της οργάνωσης που «κρίνει» την Ελλάδα και η Γερμανία να βρίσκεται, μαζί με την Αυστρία (η οποία συγκλονίζεται από τρία ταυτόχρονα πολιτικά σκάνδαλα), στην 15η θέση. Γιατί, είναι ξεκάθαρο, πλέον, ότι πρόκειται για μια λίστα όπου καταγράφονται «διεφθαρμένοι» (και κατά προτίμηση όχι οι πολιτικοί, αλλά οι υπάλληλοι, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και οι πολίτες) και όχι διαφθορείς, αφού αυτοί συντάσσουν και τον κατάλογο, όπως πολύ σωστά επισημαίνει ο Β. Βιλιάρδος. Ή, με άλλα λόγια, σύμφωνα πάντα με τον Β. Βιλιάρδο, οι ισχυρές οικονομικά χώρες «έχουν την τεχνική δυνατότητα να εξάγουν τη διαφθορά μέσω θυγατρικών εταιρειών σε άλλες χώρες» με αποτέλεσμα να εμφανίζονται, τελικά, λιγότερο διεφθαρμένες από τους «αποδέκτες» της δωροδοκίας τους.
Όλη αυτή η διαδικασία διευκολύνεται και, με έναν έμμεσο τρόπο, παγιώνεται, μέσα από την ενοχοποίηση των χωρών – «στόχων» που οι ισχυρές οικονομικά χώρες ή οι πολυεθνικές εταιρείες επιδιώκουν να γίνουν το νέο πεδίο δράσης τους, το νέο πεδίο των επενδύσεών τους. Προκειμένου να εξασφαλιστούν επενδύσεις με προνομιακούς όρους και αναθέσεις δημοσίων έργων (στα οποία άλλωστε βρίσκεται και το μεγαλύτερο κέρδος αφού στηρίζονται κυρίως στα λεφτά των φορολογούμενων πολιτών), η εξαγορά στελεχών της δημόσιας διοίκησης που σχετίζονται με την ανάθεση των έργων και πολιτικών αξιωματούχων, θα πρέπει να θεωρείται μάλλον μονόδρομος. Και στο πλαίσιο αυτό, η λειτουργία μιας οργάνωσης, η οποία θα προπαγανδίζει την αναγκαιότητα «διαφάνειας και ορθής διακυβέρνησης», θα καταρτίζει λίστες «διαφθοράς» που θα λειτουργούν ως «πλυντήρια» για τους διαφθορείς και κυρίως θα καλύπτει τους πραγματικούς ενόχους οικονομικών εγκλημάτων ακόμη και σε βάρος ολόκληρων λαών, θα αποπροσανατολίζει από τα πραγματικά αίτια του προβλήματος και θα καλλιεργεί την εντύπωση ότι η διαφθορά φταίει σε σημαντικό βαθμό για την ολίσθηση μιας χώρας, όπως της δικής μας σήμερα, είναι περισσότερο από σαφές ότι γίνεται απαραίτητη. Αυτός είναι ο ρόλος που εξυπηρετεί η οργάνωση «Διεθνής Διαφάνεια».
Αντί επιλόγου
Στο άρθρο του «Thick as thieves» στην αγγλική έκδοση της Monde Diplomatique (το 2005), ο Christian de Brie έδινε μια συνοπτική, όμως, αρκετά κατατοπιστική περιγραφή του τι σημαίνει διαφθορά, του πώς εμφανίζεται και δημιουργείται και του γιατί είναι σύμφυτη με τον ίδιο τον τρόπο λειτουργίας του καπιταλισμού και τον απώτερο στόχο του: το κέρδος.
«Επιτρέποντας στο κεφάλαιο να κινείται χωρίς έλεγχο από την μία άκρη του κόσμου στην άλλη, η παγκοσμιοποίηση και η εγκατάλειψη της εθνικής κυριαρχίας, όλα αυτά μαζί έθρεψαν την εκρηκτική ανάπτυξη μιας εκτός νόμου οικονομικής αγοράς. Επί της ουσίας, η μηχανή της καπιταλιστικής επέκτασης λαδώνεται σήμερα από τα κέρδη σοβαρών εγκλημάτων. Ανά διαστήματα, γίνεται κάτι προκειμένου να δοθεί η εντύπωση ότι ξεκινά πόλεμος ενάντια στους ταχύτατα αναπτυσσόμενους τραπεζικούς και φορολογικούς παραδείσους. Αν οι κυβερνήσεις ήθελαν πραγματικά να λύσουν το πρόβλημα, θα το είχαν κάνει σε μία νύχτα. [….]
Το οικονομικό έγκλημα γίνεται ολοένα λιγότερο ορατό, και έρχεται στο φως μόνο κατά διαστήματα στη μία ή στην άλλη χώρα, υπό την μορφή σκανδάλων, στα οποία εμπλέκονται εταιρείες, τράπεζες, πολιτικά κόμματα, ηγέτες, καρτέλ, μαφίες. Αυτός ο καταιγισμός παράνομων συναλλαγών –οι οποίες διώκονται τόσο από την εθνική νομοθεσία όσο και από τις διεθνείς συμφωνίες- έχει φτάσει να παρουσιάζεται ως μια τυχαία δυσλειτουργία της οικονομίας της ελεύθερης αγοράς και της δημοκρατίας που μπορεί να διορθωθεί από κάτι που ονομάζεται «καλή διακυβέρνηση». Η πραγματικότητα, όμως, είναι διαφορετική. Πρόκειται για ένα απολύτως συμπαγές σύστημα που είναι άμεσα συνδεδεμένο με την ίδια την εξέλιξη του σύγχρονου καπιταλισμού και βασίζεται στη συνεργασία τριών μερών: των κυβερνήσεων, των πολυεθνικών εταιρειών και της μαφίας. Οι επιχειρήσεις είναι επιχειρήσεις: το οικονομικό έγκλημα είναι κυρίως και πάνω από όλα μια αγορά, ακμάζουσα και δομημένη, η οποία διαρθρώνεται στη βάση του νόμου της προσφοράς και της ζήτησης.
[…]…οι πολυεθνικές χρειάζονται την υποστήριξη των κυβερνήσεων, και την ουδετερότητα των ρυθμιστικών αρχών προκειμένου να εδραιώσουν τη θέση τους, ν’ αυξήσουν τα κέρδη τους, να ανταπεξέλθουν ή να συνθλίψουν τον ανταγωνισμό, να πετύχουν τη συμφωνία του αιώνα και να χρηματοδοτήσουν τις παράνομες λειτουργίες τους. […]
Εξειδικευμένοι οργανισμοί και οργανώσεις συστάθηκαν και διεθνείς συμβάσεις υπογράφτηκαν και επικυρώθηκαν για την πρόληψη της διαφθοράς στις διεθνείς αγορές και για την αστυνόμευση, τη συνεργασία και την αμοιβαία δικαστική βοήθεια, ενώ οι σχετικές σύνοδοι και οι μελέτες, οι επιτροπές ερευνών και οι εκθέσεις πολλαπλασιάστηκαν. Όλα αυτά, συνοδεύτηκαν από τις πιο κατηγορηματικές διακηρύξεις και υποσχέσεις από όσους βρίσκονταν στην εξουσία, αλλά το σύστημα του οικονομικού εγκλήματος ούτε καν κλυδωνίστηκε.»
Δύο χρόνια νωρίτερα, ο ίδιος δημοσιογράφος σε εκπομπή με τίτλο «Λευκά Κουστούμια – Μαύρα Ταμεία» αποφαινόταν: “Η Διεθνής Διαφάνεια είναι μία οργάνωση, η οποία ιδρύθηκε από τους παγκοσμίως μεγαλύτερους διεφθαρμένους – δηλαδή, από όλες τις μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις του κόσμου, οι οποίες είναι «βυθισμένες» στη διαφθορά. Πρόκειται ακριβώς για το ίδιο, σαν να αναθέτει κανείς σε μία αλεπού την εποπτεία της διαφύλαξης ενός «ορνιθοτροφείου», παρακαλώντας την ταυτόχρονα να απολυμαίνει το χώρο μεθοδικά – θανατώνοντας τα ποντίκια (μυοκτονία), τα οποία τρέφονται με το, απαραίτητο για τις όρνιθες, καλαμπόκι.”
ΥΓ. Και… για την ιστορία, ο νυν πρόεδρος του ελληνικού τμήματος της «Διεθνούς Διαφάνειας», κ. Κώστας Μπακούρης, είναι ο ίδιος ο οποίος φέρεται να έλαβε ως αποζημίωση για την απομάκρυνσή του από τη θέση του Προέδρου της Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων το 2000, μόλις λίγους μήνες μετά το διορισμό του, 400 – 450 εκατομμύρια δραχμές (ή 1,2 – 1,3 εκατομμύρια ευρώ). Το ποσό αυτό, επισήμως, δεν έχει επιβεβαιωθεί γιατί όπως ο τότε υπουργός Πολιτισμού (2000) κ. Πάγκαλος δήλωνε ανερυθρίαστα στη βουλή: δεν μπορεί να απαντήσει για την αποζημίωση του κ. Μπακούρη, «επειδή είναι θέμα που εμπίπτει σε ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα!»
Πηγή: INPRECOR
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου