• ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

    Πέμπτη 20 Ιουλίου 2017

    Βιομηχανία θανάτου ή, αλλιώς, ιμπεριαλισμός και φασισμός! (2)

    Μπάρακ Ομπάμα, πρ. Πρόεδρος των ΗΠΑ, βραβευμένος με το Νόμπελ Ειρήνης

    Του Δημήτρη Κούλαλη
    Πηγή: nostimonimar.gr
    Διανύοντας, λοιπόν, τη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα η ιμπεριαλιστική επιθετικότητα  που εκδηλώνεται σ’ όλους τους τομείς της κοινωνικής και πολιτικής ζωής των χωρών (στην οικονομία, στις εργασιακές σχέσεις, την κοινωνική πολιτική, στο πολιτικό σύστημα, στον ιδεολογικό, πολιτιστικό τομέα, στις διεθνείς σχέσεις, στο περιβάλλον κ.ά.) δημιουργούν ένα δυσοίωνο-αβέβαιο μέλλον για τους λαούς.

    Ο ιμπεριαλισμός, δεν σχετίζεται μόνο με τον κρατικό έλεγχο, αλλά κυρίως με τον αγώνα του μεγάλου κεφαλαίου να κατακτήσει διάφορες περιοχές οικονομικής επικράτειας (αγορές, εργαζομένους και εργασία, φυσικούς πόρους, νέα είδη αγορών που αναπτύσσονται κ.ά).

    Έτσι, έρχονται να επιβεβαιωθούν τα όσα επεσήμανε ο Ζαν Ζακ Ρουσσώ στο βιβλίο του «Πραγματεία περί της καταγωγής και των θεμελίων της ανισότητας» (Σύγχρονη Εποχή, 1999): «… Η κοινωνία και οι νόμοι που έβαλαν νέα δεσμά στους αδύνατους», έγραφε, «και έδωσαν περισσότερη δύναμη στους πλούσιους, αναπόφευκτα κατέστρεψαν τη φυσική ελευθερία, εγκαθίδρυσαν για πάντα το νόμο της ιδιοκτησίας και της ανισότητας, έκαναν τον επιδέξιο σφετερισμό ένα τελεσίδικο δικαίωμα, και για το κέρδος λίγων φιλόδοξων ανθρώπων καταδίκασαν από κει και μετά ολόκληρη την ανθρωπότητα στην εργασία, την υποτέλεια και τη φτώχεια».

    Κι αν κάποιοι βιαστούν να χαρακτηρίσουν «ξεπερασμένο» τον Ρουσσώ, ας ακούσουμε έναν σύγχρονό μας για το πώς αντιλαμβάνεται το νεοφιλελεύθερο καπιταλιστικό κράτος οποιαδήποτε κοινωνική δαπάνη, η οποία αντιβαίνει στα ιμπεριαλιστικά του πλάνα.

    Λέει στο βιβλίο του, «Η αρχή της καταιγίδας» (Μεταίχμιο, 2017), ο Πρέσβης Βασίλης Κασκαρέλης«: «Από το τέλος του Β’.Π.Π. και μετά οι Ευρωπαίοι είχαν επαναπαυτεί πλήρως στην αμερικανική ομπρέλα προστασίας, διοχετεύοντας όλες τις δυνατότητές τους στην εξασφάλιση ενός απεριόριστου κοινωνικού κράτους και των συνακόλουθων παροχών. Κανείς σε όλα τα ευρωπαϊκά μήκη και πλάτη δεν ασχολήθηκε σοβαρά με την ασφάλεια, τη σταθερότητα και τις αμυντικές υποδομές».

    Ένα ωραίο τίποτα με μπόλικο καθόλου, λοιπόν,  οι ανάγκες των πολιτών για δημόσια, δωρεάν και υψηλού επιπέδου παρεχόμενη Υγεία, Πρόνοια, Παιδεία. Η «Ασφάλεια» είναι το πρωτεύον. Ασφάλεια ποιανού, άραγε;
    ***
    Ως εκ τούτου, γίνεται φανερό ακόμη και στον πιο καλόπιστο απέναντι στην τοξικά ταξική αδιαφορία του κράτους έναντι των σύγχρονων αναγκών των πολιτών, ότι το πρωτόγαλα κάθε ιμπεριαλιστικής επέμβασης βρίσκεται πρωτίστως στο εσωτερικό της χώρας που την ασκεί. Κι αυτό δεν είναι άλλο από την καπιταλιστική εκμετάλλευση…

    Όσο και να αρπάζονται μεταξύ τους, σαν γνήσια αρπακτικά που είναι, οι πολυεθνικές, οι μεγαλοτραπεζίτες, οι βιομήχανοι, οι λομπίστες και οι εφοπλιστές, πάντα θα ποτίζουν  το δένδρο της ζωοδότριας δύναμής τους με ένα πράγμα: Με το αίμα του εργαζόμενου λαού.

    Η κεφαλαιοκρατική επιθετικότητα είναι αναγκαία για τον καπιταλισμό, προκειμένου το κεφάλαιο από τη μία να αυξήσει τα κέρδη του,  μεγαλώνοντας έτσι την κυριαρχία του, και από την άλλη να παρέμβει με σκοπό την μεταφορά των βαρών της κρίσης  στην εργατική τάξη και τ’ άλλα λαϊκά στρώματα. Μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι ένα από τα φλέγοντα ζητήματα που συζητήθηκαν στην Σύνοδο του G-20, ήταν ο κίνδυνος μιας νέας χρηματοπιστωτικής κρίσης και ο τρόπος διαμέσου του οποίου οι χρυσοκάνθαροι εκφραστές του παγκοσμιοποιημένου κεφαλαίου θα την «βγάλουν» εκ νέου καθαρή.

    Έτσι, συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι όλες «οι καπιταλιστικές χώρες στην εποχή του ιμπεριαλισμού, ανεξάρτητα από τη θέση τους στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα, ανεξάρτητα από το μέγεθος και τη δύναμη της καπιταλιστικής οικονομίας τους, βρίσκονται στο στάδιο του ιμπεριαλισμού» (Λένιν Άπαντα, τ.27).

    Τα εξηγούσε, όμως, και η Jayati Ghosh, καθηγήτρια οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Jawaharlal Nehru, στο Νέο Δελχί, μιλώντας στο «Real News Network»: «Από την τελευταία δεκαετία του 20ού αιώνα έως και τώρα στον 21ο αιώνα , η πλήρης κυριαρχία μιας ιμπεριαλιστικής δύναμης η οποία θέτει τους κανόνες που καθορίζουν την δύναμη του κεφαλαίου δεν είναι πλέον εμφανής. Έρχεται στο προσκήνιο ένα πιο ανοικτό είδος ελεύθερο για όλους, που ο Λένιν θα ονόμαζε «ενδοϊμπεριαλιστική αντιπαλότητα».  Αναδύονται νέες δυνάμεις που θα αμφισβητήσουν ορισμένους από αυτούς τους κανόνες, οι παλιοί στατικοί κανόνες του παιχνιδιού δεν λειτουργούν πια. Επομένως, ο ιμπεριαλισμός έπρεπε να κινηθεί προς νέες μορφές ελέγχου. Δεν είναι καθαρά στρατιωτικές ή καθαρά πολιτικές, αλλά περισσότερο νομικές και θεσμικές μορφές ελέγχου. (…) Περίπου έναν αιώνα πριν, η τάξη η οποία έλεγχε σταθερά το κεφάλαιο σε μια σταθερή ιμπεριαλιστική μορφή, αποσυντέθηκε. (…)Ακολούθησε η περίοδος του Μεσοπολέμου, της τεράστιας αστάθειας στις μεγάλες καπιταλιστικές δυνάμεις και της εμφάνισης όλων των αρνητικών δυνάμεων, των φασιστικών δυνάμεων, αλλά και πολύ ισχυρών εργατικών κινήσεων στις προηγμένες οικονομίες και φυσικά της ρωσικής επανάστασης. Εμφανίστηκαν μεγάλες εναλλακτικές δυνάμεις (…)αλλά και μια πιο ανθεκτική και θυμωμένη εργατική τάξη, η οποία, έχοντας απαυδήσει από την ανισότητα, ήταν έτοιμη να διεκδικήσει ενεργά τα περισσότερα από τα δικαιώματά της. Φυσικά, η κορύφωση όλων αυτών των αντιφάσεων κατά τον Β΄Π.Π. σήμαινε ότι η μεταπολεμική κατάσταση θα έπρεπε να είναι διαφορετική. Ακολούθησαν οι παγκόσμιες ρυθμίσεις του Bretton Woods, (…) το κράτος πρόνοιας κ.λπ».

    Κι αν κάποιος νομίζει ότι τα όσα συνέβησαν μεταπολεμικά ήταν μια… φυσιολογική κατάσταση για τον καπιταλισμό, η Jayati Ghosh διαλύει κάθε ψευδαίσθηση: «Ο σκοπός του κεφαλαίου είναι το κέρδος. Αυτός είναι ο νόμος που το διέπει και ο λόγος για τον οποίο λειτουργεί. Και αυτό δεν έχει σε τίποτα να κάνει με το πόσο κακοπροαίρετοι ή καλοπροαίρετοι είναι οι καπιταλιστές. Είναι ένα ξεχωριστό ζήτημα. Συγκεκριμένα, εκείνοι που επιθυμούν να είναι καλοπροαίρετοι θα εκτοπιστούν στο πλαίσιο του ανταγωνισμού μεταξύ των καπιταλιστών.(…) Κατά την μεταπολεμική περίοδο το κοινωνικό και πολιτικό σύστημα ήταν εκείνο που συγκρατούσε το κεφάλαιο και το ανάγκασε να λειτουργήσει λίγο περισσότερο προς το συμφέρον της κοινωνίας ως συνόλου».
    ***
    «Καμία γωνιά του κόσμου δεν είναι αρκετά απομακρυσμένη, κανένα βουνό αρκετά ψηλό, καμία σπηλιά και κανένα καταφύγιο δεν είναι αρκετά βαθύ για να κρύψει τους εχθρούς μας»

    Αυτά ήταν τα λόγια, με τα οποία ο πρώην υπουργός Άμυνας της πολεμοχαρούς κυβέρνησης Μπους του νεότερου, Ντόναλντ Ράμσφελντ, είχε επιλέξει να δείξει το ιμπεριαλιστικό του θράσος.

    Σ’ αυτό το σημείο θα μας επιτρέψετε μια μικρή στάση. Ο κύριος Ράμσφελντ, υπήρξε ένας εκ των πρωτεργατών της νατοϊκής επίθεσης στο Ιράκ, στον πόλεμο ενάντια στην «τρομοκρατία». Οι άλλοι ήταν ο Τσένεϊ και ο Γουόλφιτζ, βασικό μέλος της ομάδας των νεο-συντηρητικών γερακιών της Ουάσινγκτον.

    Αναφορικά με τον Τσένεϊ, όπως εξηγούσε ο καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Γέιλ, David Bromwich, είχε τη φαντασίωση ενός κράτους σε διαρκή συναγερμό, «με την ευρύτερη δυνατή γνώση (total information awareness) για τις σκέψεις και τις προθέσεις των πολιτών του, που μάλιστα θα έπρεπε να κληθούν στην εκστρατεία καταγγέλλοντας υπόπτους με τρομοκρατικές προθέσεις» (Γιάννης Λούλης, «Ομπάμα, πώς γκρεμίστηκαν οι αυταπάτες», Καστανιώτης, 2014). Κι όλα αυτά μέσα στο κλίμα της «πολιτικής του φόβου», πολιτική, σύμφωνα με την οποία οι «ΗΠΑ όφειλαν να γνωρίζουν τα πάντα, όπως συμβαίνει σε ένα ολοκληρωτικό κράτος, έστω χωρίς τις απόλυτα ακραίες μεθόδους του» (στο ίδιο). Ο Τσένεϊ, όμως, γνωρίζοντας πως ένα τέτοιο σχέδιο έπρεπε να μείνει μυστικό, κινήθηκε στο παρασκήνιο και μαζί με τον δικηγόρο του, Ντέιβιντ Άντινγκτον, που κατέγραψε την όλη συλλογιστική του εγχειρήματος, και τον Τομ Χέιντεν της NSA άρχισε να εφαρμόζει πρακτικά μέτρα προς αυτή την κατεύθυνση.

    Σύμφωνα με το αποκαλυπτικό δημοσίευμα των NYT στις 16/12/2005, πολύ πριν δηλαδή σκάσει η βόμβα με τον Σνόουντεν, η κυβέρνηση Μπους αγνοώντας την υποχρέωσή της να γίνονται παρακολουθήσεις έπειτα από σχετικό ένταλμα ειδικού δικαστηρίου, όπως οριζόταν από το νόμο FISA (Foreign Intelligence Surveillance Act), προχώρησε  σε μαζικές παρακολουθήσεις Αμερικανών πολιτών. Πρωτεργάτης αυτής της ουργουελιανής επιχείρησης ήταν ο Τσένεϊ.

    Άραγε, τι σχέση έχουν όλα αυτά με την υπόθεση μας; Ενδεχομένως, να φαίνονται  ασύνδετα.

    Ωστόσο, αν κάποιος ρίξει μια πιο προσεκτική ματιά, θα διαπιστώσει ότι επιβεβαιώνεται αυτό που γράψαμε πρότερα. Κανένα ιμπεριαλιστικό-επιθετικό κράτος, καμία σύγχρονη ιμπεριαλιστική  «Ιερή Συμμαχία» δεν υπήρξε, χωρίς, πρωτίστως, να καταδυναστεύσει, να χαφιεδίσει και να προσπαθήσει να καταστείλει κάθε ενάντια στο κυρίαρχο αφήγημά της λαϊκή έκφραση διαμαρτυρίας.

    Γιατί, μην ξεχνάμε, ότι, μπορεί ο ιμπεριαλισμός να αποτελεί το τελευταίο στάδιο του καπιταλισμού, ωστόσο, συνάμα αποτελεί  το ιστορικό πρόθυρο της σοσιαλιστικής επανάστασης.

    Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι μεταπολεμικά κι ενώ σ’ όλες τις χώρες, ακόμη και στις ΗΠΑ, οι κομμουνιστές και εν γένει οι δυνάμεις της Αριστεράς είχαν τρομερή δυναμική, τα καπιταλιστικά κράτη, με πρώτο και καλύτερο το αμερικανικό, άρχισαν συστηματικά να επαναπροσανατολίζονται στη φίμωση των λαϊκών διεκδικήσεων και τη διατήρηση του προπολεμικού status quo.

    Παραδείγματος χάριν, όπως αποκάλυπτε μια εκτενής μελέτη της δημοσιονομικής αρχής των ΗΠΑ, ήδη από το 1957,  τονίζονταν  τα οφέλη που θα αποκομίζονταν αν «το ξένο επιτελείο των διεθνών οργανισμών είχε εξειδικευτεί σε αμερικανικά πανεπιστήμια». Τι σήμαινε αυτό;  Εκπαιδευτικά ιδρύματα, όπως το Μassachusetts Institute of Technology (MIT),  το πανεπιστημιακό αυτό ίδρυμα με τον τεχνολογικό προσανατολισμό, τέθηκαν, διατηρώντας στενές επαφές, στην υπηρεσία του αμερικανικού στρατού. Σε ένα γενικότερο πλαίσιο, όπως τονίζει στο βιβλίο του ο δημοσιογράφος  Νόρμπερτ Χέρινγκ, («Η κατάργηση των μετρητών και οι συνέπειές της», Λιβάνης, 2016), μελετώντας κανείς τα σχετικά έγγραφα από τη μεταπολεμική περίοδο, διαπιστώνει ότι το «υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ απαίτησε από το American Economic Consortium, τη σημαντικότερη ένωση οικονομολόγων στον κόσμο, αναθεώρηση των εκπαιδευτικών προγραμμάτων, μια απαίτηση που η ένωση θεώρησε ότι δεν μπορεί να αρνηθεί. Ήδη, ο προπομπός της CIA, το  Office of Strategy Services, στρατολόγησε πολλούς από τους επιφανέστερους καθηγητές, μεταξύ των οποίων πέντε πρώην προέδρους του American Economic Association και έναν μετέπειτα νομπελίστα» .

    Έπεσε κανείς απ’ τα σύννεφα; Αν ναι, κακώς. Γιατί, η αστική δημοκρατία, δεν είναι τίποτα άλλο από τον πολιτικό προθάλαμο της αστικής δικτατορίας σε περιόδους, όμως, ταξικής ειρήνης.

    «Είμαι ένας υποδειγματικός Αμερικανός πολίτης. Δεν έχω κάνει τίποτα κακό. Πολέμησα τους κομμουνιστές. Υπηρέτησα την πατρίδα μου, ήμουν πιστός σ’ εσένα-και στη CIA».

    Με αυτά τα λόγια είχε απευθυνθεί ο Τομ Σομπζόκοφ στον παλιόφιλό του από την CIA, Τζον Γκρουντζ, έπειτα από ένα αποκαλυπτικό δημοσίευμα των New York Times, το οποίο τον τοποθετούσε στη λίστα με πάνω από τριάντα ύποπτους ναζί που κατά τα φαινόμενα ζούσαν ήσυχα και ωραία στην Αμερική. Ο Τομ Σομπζόκοφ δεν ήταν κάποιος τυχαίος άνθρωπος. Παλιότερα, όταν ακόμη φορούσε τη στολή των  Βάφεν SS, συνήθιζαν να τον αποκαλούν «Φύρερ του Βόρειου Καυκάσου». Κι όμως, σύμφωνα με τα επίσημα έγγραφα, όχι μόνο εμφανίστηκε ως αιχμάλωτος πολέμου «χρήζοντας οικονομικής υποστήριξης»,  αλλά αποτέλεσε και προσωπική επιλογή του επικεφαλής του FBI, Τζέι Έντγκαρ Χούβερ, ως πληροφοριοδότης της υπηρεσίας στο Νιου Τζέρσι, με αποστολή να εντοπίζει τους συμπαθούντες το σοβιετικό καθεστώς.

    Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση στην οποία ένα δωδεκάχρονο αγόρι, βρέθηκε στο στόχαστρό του. Ποιο ήταν το έγκλημά του; Είχε εκφράσει μια αόριστη επιθυμία να επισκεφθεί κάποτε τη Ρωσία και να αναζητήσει τις ρίζες της οικογένειάς του  στον Καύκασο. Ο Σομπζόκοφ, τότε, ενημέρωσε άμεσα το FBI, καλώντας τους υπεύθυνους να έχουν  το παιδί στο νου τους, γιατί κάτι μέσα βαθιά στην αντικομμουνιστική καρδούλα του, του έλεγε πως ο νεαρός ήταν επιρρεπής στα διαβολικά μυθεύματα του μαρξισμού.

    Ένα παιδί φακελωμένο. Ένας ναζί στην υπηρεσία του κράτους. Κι όλα αυτά στη «γη της ελευθερίας». Πώς σας φαίνεται;

    Δεν ήταν, όμως, μόνο ο Σομπζόκοφ που έθεσε εαυτόν στην υπηρεσία της ατλαντικής αυτοκρατορίας. Μετά την ήττα των χιτλερικών, περίπου 10 χιλ. «μετανάστες» που είχαν σχέσεις με το ναζιστικό καθεστώς, μετακόμισαν στις ΗΠΑ. Πολλοί εξ αυτών χρησιμοποιήθηκαν ευρέως και παντοιοτρόπως απ’ τους νέους κλειδοκράτορες του κόσμου.

    Μόνο οι επίσημα εγγεγραμμένοι ναζιστές που στρατολογήθηκαν  μετά βαΐων και κλάδων από το Αμερικανικό Πεντάγωνο ξεπέρασαν τους 1.600. Οι επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ, ήθελαν με κάθε τρόπο την επιστημονική- ιατρική κατάρτιση και τεχνογνωσία όσων λάδωναν τα γρανάζια της δολοφονικής μηχανής του Χίτλερ -όπως του Βέρνερ φον Μπράουν, του πιστού στον Χίτλερ επιστήμονα, ο οποίος είχε σχεδιάσει τους πυραύλους V-2 που βομβάρδισαν το Λονδίνο- ώστε να προηγηθούν των Σοβιετικών στην πρόσβαση στην πληροφορία. Για αυτό το λόγο τούς παρασχέθηκε βίζα, στέγαση και επιστημονική αρωγή.

    Υπήρχαν βέβαια και οι ανεπίσημοι ναζιστές «πρόσφυγες», οι οποίοι λίγο καιρό μετά τον πόλεμο,  έχοντας  αναβαπτισθεί στην αμερικανική  κολυμβήθρα του Σιλωάμ,  αποκαλούνταν Αμερικανοί πολίτες. Οι θηριωδίες τους είχαν εξαφανιστεί. Ο λόγος; Ο λόγος ήταν ότι η αμερικανική γραφειοκρατία τούς ήθελε να επανδρώνουν προγράμματα όπως το απόρρητο Πρόγραμμα Συνδετήρας (Project Paperclip).

    Ήταν αναγκαίοι στην νέα ιστορική περίοδο που άνοιγε. Για αυτό και όποιος απειλούσε να ξεθάψει αυτό το ένοχο μυστικό, καθίστατο αυτόματα στόχος του FBI και της CIA.

    Μιλάμε άλλωστε, για το ξεκίνημα  της PAX AMERICANA.

    Άνθρωποι όπως ο παρασημοφορημένος αξιωματικός του Τρίτου Ράιχ, Γιάκομπ Ράιμερ, ο οποίος οργάνωνε επιδρομές στα εβραϊκά χωριά, βρίσκονται στους μισθολογικούς καταλόγους των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ. Εκεί, συναντά κανείς και τ’ ονοματάκι τού   Ότο φον Μπόλσβινγκ, ενός ακόμη ναζί, ο οποίος -παρά τις φιλότιμες προσπάθειες της CIA να εξαφανίσει ό, τι τον συνέδεε με το ναζιστικό παρελθόν του-  ενώ είχε σημαντική προϋπηρεσία στην Υπηρεσία Ασφαλείας του ναζιστικού Γραφείου Εβραϊκών Υποθέσεων, μετά το τέλος του πολέμου, εκτός τού ότι έφτασε στο σημείο να ισχυριστεί ότι αποπειράθηκε να δολοφονήσει τον Χίτλερ(!), προσέφερε, αρχικά σε εθελοντική βάση, τις υπηρεσίες του ως πληροφοριοδότη στους Αμερικανούς στρατιωτικούς αξιωματούχους στη Γερμανία, για να «αναβαθμιστεί» λίγα χρόνια αργότερα σε κατάσκοπο της CIA.

    Η Ιστορία κατέγραψε στα αδιάσειστα κιτάπια της, τους ναζί που διέφυγαν εν γνώσει των  Αμερικανών από την Ιταλία κυρίως για την Λ. Αμερική, μέσω της βοήθειας του Κροάτη καθολικού ιερέα και φασίστα Κρούνοσλαβ Ντραγκάνοβιτς, τον οποίο απόρρητη Έκθεση του αμερικανικού στρατού χαρακτήριζε «εγκληματία πολέμου». Ήταν τόσο απροκάλυπτη η στήριξη της νέας, τότε, αναδυόμενης αυτοκρατορίας προς τους ναζί, που η αμερικανική στρατιωτική εφημερίδα  «Stars and Stripes» αναρωτιόταν σε ένα από τα άρθρα της: «Κερδίσαμε ή όχι;» Το γιατί δεν έκαναν κάτι οι παροικούντες την Ουάσινγκτον για να το αποτρέψουν, από τη στιγμή μάλιστα που χαρακτήριζαν τις πρακτικές του Ντραγκάνοβιτς και των ομοίων του «μη αποδεκτές» από τους αξιωματούχους του αμερικανικού Υπ. Εξωτερικών», μας το εξηγεί ο Έρικ Λίχτμπλαου στο καταπληκτικό βιβλίο του «Οι ναζί της διπλανής πόρτας» (Ποταμός, 2016): «Η διαδικασία της διαφυγής ήταν  ένα χρήσιμο εργαλείο για τους Αμερικανούς αξιωματούχους στο νέο τους αγώνα που ήταν ο Ψυχρός Πόλεμος, αλλά δεν μπορούσαν να το παραδεχθούν δημόσια», έγραφε καταρρίπτοντας μεμιάς τα γελοία κηρύγματα των νεοφιλελεύθερων τυφλοπόντικων της Ιστορίας περί ταύτισης του κομμουνισμού με το ναζισμό.

    Για να κατανοήσουμε καλύτερα πώς εργαλειοποιούνται οι φασίστες, είτε σε συνθήκες αστικής δημοκρατίας, είτε σε συνθήκες αστικής δικτατορίας, ζητήσαμε τη γνώμη του ερευνητή και συγγραφέα των βιβλίων «Άσπρα μαντήλια στην Plaza de Mayo» (ΚΨΜ, 2015) και «Από το Τρίτο Ράιχ στην Ευρωπαϊκή Ένωση» (ΚΨΜ,2017), Κώστα Λουλουδάκη.

    Σύμφωνα με το Λουλουδάκη, «όταν μιλάμε για τα αίτια που οδηγούν στην ανάπτυξη ή ακόμα στην αποσύνθεση και στην πτώση ενός συστήματος πρέπει να έχουμε κατά νου πολλά δεδομένα και πολλούς παράγοντες για να κατανοήσουμε τους κοινωνικούς μηχανισμούς αναπαραγωγής ή λειτουργίας αυτού του συστήματος. (…) Στην εποχή μας, η μόνη λειτουργία που κατέχει κεντρική σημασία είναι εκείνη της αναπαραγωγής κεφαλαίου που με την σειρά της καθορίζει όλες τις άλλες λειτουργίες της κοινωνίας.

    Για να διατηρηθεί όμως ο χαρακτήρας του καπιταλιστικού συστήματος χρειάζεται η άνιση κατανομή και διανομή της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής ανάμεσα στα μέλη της κοινωνίας. Ωστόσο, οι  πολιτικές συσσώρευσης, σε λίγα χέρια, του παραγομένου κεφαλαίου,  προϋποθέτουν  το απαραίτητο της πειθάρχησης του κόσμου της εργασίας στις εντολές αυτών που κατέχουν τον πλούτο.  Ο Χίτλερ το πρώτο πράγμα που υποσχέθηκε στους κεφαλαιοκράτες ήταν πειθαρχημένους εργάτες, υποταγμένα συνδικάτα και νέες ελεύθερες αγορές. Με τα δικά του λόγια: «Η κυβέρνηση δεν θα προστατεύσει τα συμφέροντα του λαού με μια οικονομική γραφειοκρατία οργανωμένη από το κράτος αλλά με την υποστήριξη της ιδιωτικής πρωτοβουλίας» (βλέπε και ντοκιμαντέρ «Φασισμός Α.Ε.» του Άρη Χατζηστεφάνου).

    Οι ολοκληρωτικές αυτές απόψεις διαπερνούν όλους τους εγκεφάλους και ολόκληρη την σκέψη των νεοφιλελεύθερων, για αυτό δεν πρέπει να μας προξενούν έκπληξη τα συναισθήματα αλληλεγγύης του ιεροφάντη των ελεύθερων αγορών και  των νεοφιλελεύθερων, Ludwig Heinrich von Mises που επισημαίνει ήδη από το 1927 ότι «κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι ο φασισμός έχει ήδη καταξιωθεί στην ιστορία ως ο σωτήρας του ευρωπαϊκού πολιτισμού (…) διότι κατάφερε να διασώσει την ατομική ιδιοκτησία και το δικαίωμα στην ανταλλαγή»! 

    Ξεκάθαρα λοιπόν θα πω πως φασισμός είναι η επικράτηση συγκεκριμένων, επιθετικών παραγωγικών σχέσεων που εξασφαλίζουν την ταξική, ολοκληρωτική και βίαιη εξουσία των φορέων της αγοράς και του καπιταλισμού. Φασισμός είναι ο ολοκληρωτισμός της καπιταλιστικής κοινωνίας».

    Προς επίρρωση των όσων ανέφερε ο Λουλουδάκης, οφείλουμε να σταθούμε, για να καταλάβουμε και τον τρόπο σύνδεσης φασισμού-ιμπεριαλισμού,  στα όσα σημαντικά έγραφε ο Ρατζανί Πάλμε Ντατ στο βιβλίο «Φασισμός και κοινωνική επανάσταση» (Σύγχρονη Εποχή, 2013):

    «Ο φασισμός, αποτελεί την κυρίαρχη έκφραση του σύγχρονου ιμπεριαλισμού, του καπιταλισμού σε αποσύνθεση, των πιο βίαιων πολιτικών του καπιταλισμού σε κρίση και επομένως είναι απαραίτητα συνυφασμένος με τον πόλεμο. Με τη βίαιη καταστολή όλων των σοσιαλιστικών, φιλειρηνικών και διεθνιστικών κινήσεων, με τη βίαιη στρατιωτικοποίηση  της εργασίας και τη συγκεντρωτική δικτατορία, (…)αποτελεί ευθέως μέτρο της καπιταλιστικής πολεμικής προετοιμασίας».

    Συμπερασματικά, ο φασισμός δεν υπήρξε αποκλειστικά «γερμανικό» ή «ιταλικό» φαινόμενο. Πολλά από τα κατασταλτικά μέτρα που εφαρμόστηκαν ενάντια στο εργατικό-λαϊκό κίνημα σε Γερμανία και Ιταλία, αποτέλεσαν επίσημη πολιτική των εθνικών επιτροπών των εκατομμυριούχων που ονομάζονται κυβερνήσεις και σε μια σειρά από άλλες χώρες υπό καθεστώς αστικής δημοκρατίας. Οι αστικές δημοκρατίες της Ευρώπης και της Αμερικής στήριξαν τότε ενεργά την άνοδο του φασισμού. Συνέδραμαν καταλυτικά στην ανάκαμψη και την πολεμική υπεροπλία της ναζιστικής Γερμανίας, είτε μέσω πιστώσεων, είτε μέσω επενδύσεων, είτε παραβλέποντας την κατάφωρη παραβίαση της Συνθήκης των Βερσαλλιών περί εξοπλισμών κ.ά.  (Θεωρήστε τη χρήση αορίστου χρόνου αναγκαστική, λόγω της αναφοράς μας σε παρελθοντικά γεγονότα, όχι σε παρελθούσες πολιτικές καταστάσεις).
    ***
    Διαβάστε εδώ τη συνέχεια Νο 1, Νο 3, Νο 4
    • Blogger Comments
    • Facebook Comments

    0 σχόλια:

    Δημοσίευση σχολίου

    Item Reviewed: Βιομηχανία θανάτου ή, αλλιώς, ιμπεριαλισμός και φασισμός! (2) Rating: 5 Reviewed By: e-kozani
    Scroll to Top