Στον απόηχο του εγγράφου της CIA που αποκαλύπτει (;) τη συνεργασία του Κωνσταντίνου
Καραμανλή με τις γερμανικές δυνάμεις Κατοχής, ας θυμηθούμε και πάλι την υπόθεση
Μαξ Μέρτεν:
Τον Απρίλιο του 1941 οι Γερμανοί μπήκαν στη Θεσσαλονίκη.
Ήταν η αρχή του τέλους της εβραϊκής κοινότητας της πόλης, που κορυφώθηκε ένα
χρόνο μετά, από τον Ναζί αξιωματικό Μαξ Μέρτεν. Ο Μέρτεν, γνωστός μέχρι ήμερα
σαν ο «σφαγέας της Θεσσαλονίκης» υπηρέτησε ως στρατιωτικός διοικητής στην πόλη από
το 1942 έως το 1944. Η διετής θητεία του ήταν αρκετή για να οδηγήσει στον
αφανισμό περίπου 55 χιλιάδες Εβραίους της πόλης. Κοντά του ήταν και ο
Αξιωματικός των Ες Ες Αλόις Μπρούνερ, ο αποκαλούμενος Χασάπης της Θεσσαλονίκης,
ο οποίος είναι ο μόνος ναζί εγκληματίας, που παρά το διεθνές ένταλμα σύλληψης
ζει ελεύθερος. Μέχρι το 2010 υπήρχαν πληροφορίες ότι το εκτελεστικό όργανο του
Μέρτεν, ζούσε στη Συρία αλλά οι αρχές της χώρας δεν επιβεβαίωσαν ποτέ κάτι
τέτοιο. Αν και δεν είναι σίγουρο το αν βρίσκεται στη ζωή, παραμένει ακόμα ένας
από τους πιο επικίνδυνους καταζητούμενους του Β’ Παγκοσμίου πολέμου.
Το σχέδιο των Μέρτεν και Μπρούνερ στη Θεσσαλονίκη ήταν καλά
οργανωμένο. Οι Ναζί συγκέντρωσαν τους Εβραίους στην πλατεία Ελευθερίας για
δήθεν απογραφή, όπου τους ξυλοκόπησαν και τους υπέβαλαν σε εξευτελισμούς. Ο
Μέρτεν υποσχέθηκε ότι θα τους έσωζε αν εκείνοι του έδιναν κοσμήματα και άλλα
τιμαλφή. Έτσι συγκέντρωσε τον περίφημο «θησαυρό» του, που αναζητείται μέχρι
σήμερα. Φυσικά αφού του έδιναν ό,τι είχαν και δεν είχαν, οι Εβραίοι της
Θεσσαλονίκης επιβιβάζονταν με συνοπτικές διαδικασίες στα τρένα που οδηγούσαν
στο κολαστήριο του Άουσβιτς. Οι περισσότεροι δεν γύρισαν ποτέ. Οι μαρτυρίες από
τους ελάχιστους που επέζησαν είναι συγκλονιστικές. Δείτε στο βίντεο της «Μηχανής
του χρόνου» το σχέδιο του σφαγέα της Θεσσαλονίκης και τη σκληρή εφαρμογή του,
μέσα από τις ανατριχιαστικές αφηγήσεις επιζώντων.
Η Υπόθεση Μέρτεν στα απόρρητα έγγραφα της CIA
Ολόκληρο το έγγραφο εδώ
Τον Ιανουάριο του 1959 η τότε κυβέρνηση Καραμανλή φέρνει στη
Βουλή για ψήφιση νομοσχέδιο «περί αναστολής διώξεως εγκληματιών πολέμου» με τη
δικαιολογία, όπως δήλωσε ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης Καλίας,«πρέπει να
παραμεριστούν τα εμπόδια διά την ανάπτυξιν των σχέσεών μας με τη Δυτική
Γερμανία».
Η αντιπολίτευση, με τους Κ. Μητσοτάκη, Ηλ. Τσιριμώκο και Στ.
Ηλιόπουλο, καταγγέλλει την «αμνήστευση των εγκληματιών του ελληνικού λαού» και
κατηγορεί την κυβέρνηση ότι έχει υποκύψει σε πιέσεις της δυτικογερμανικής
κυβέρνησης, πράγμα το οποίο αρνείται ο τότε υπουργός Εξωτερικών Ευ. Αβέρωφ. Ο
Αβέρωφ είχε συνοδεύσει τον πρωθυπουργό Κ. Καραμανλή τον Νοέμβριο του 1958 σε
επίσκεψη στη Βόννη, όπου είχαν συνομιλίες με τον καγκελάριο Αντενάουεργια
«αποκατάσταση των σχέσεων μεταξύ των χωρών».
Στη διάρκεια της συζήτησης στη Βουλή αποκαλύπτεται ότι η
σύζυγος του υπουργού και στενού συνεργάτη του Καραμανλή, Ντάκου Μακρή, η
Δοξούλα, το γένος Λεοντίδου, ήταν γραμματέας του Μέρτεν στην Κατοχή και,
φυσικά, δημιουργείται ζήτημα. Πάντως, υπό την πίεση της αντιπολίτευσης και των
αντιδράσεων του ελληνικού και του βρετανικού Τύπου (οι «Times» του Λονδίνου
είχαν γράψει ότι η Ελλάδα «αμνηστεύει τους σφαγείς της»), η κυβέρνηση δέχεται
να εξαιρεθεί από τα μέτρα ο Μέρτεν, για τον οποίο προβλέπεται «να παραμείνη εις
την δικαιοδοσίαν των ελληνικών δικαστηρίων».
Ο Μέρτεν οδηγήθηκε στο Ειδικό Στρατοδικείο Εγκληματιών
Πολέμου στις 11 Φεβρουαρίου 1959 με ένα πλήθος κατηγοριών για παράνομες
φυλακίσεις εβραϊκής καταγωγής Ελλήνων της Θεσσαλονίκης, για εγκλεισμό 56.000 σε
στρατόπεδο συγκεντρώσεως, για θάνατο από ασιτία, για καταστροφή εβραϊκού
νεκροταφείου, για εκτόπιση 40.000 στη Γερμανία κτλ.
Οι μάρτυρες κατηγορίας είναι αποκαλυπτικοί, το ακροατήριο
κατά πλειονότητα εβραϊκό, ανάμεσά τους και απεσταλμένοι ξένων εφημερίδων καθώς
και άγγλοι νομομαθείς, και τα μέτρα της Αστυνομίας εντός και εκτός του
δικαστηρίου αποτρεπτικά για κάθε δημόσια αντιναζιστική εκδήλωση. Ο ίδιος ο
Μέρτεν μόλις 45 ετών τότε, κομψοντυμένος και φιλομειδής, δηλώνει φυσικά
αθώος και μόνο για ορισμένα πταίσματα αναλαμβάνει την ευθύνη αλλά και γι' αυτά
«εκτελούσε εντολές ανωτέρων του». Ευχαριστεί τους τρεις μάρτυρες υπερασπίσεως
(οι επί Κατοχής διευθυντές τράπεζας και άλλων οργανισμών της Μακεδονίας) που,
σε αναγκαστική συνταξιοδότηση τώρα, ήρθαν να του συμπαρασταθούν. Για όλες τις
κατηγορίες καταδικάζεται σε φυλάκιση 6-20 ετών και «κατά συγχώνευσιν εις
κάθειρξιν 25 ετών».
Ριζοσπάστης:
Στις 16 Οκτώβρη του 1960, κατά τη διάρκεια μιας θυελλώδους
συνεδρίασης στη Βουλή για τη διαβόητη «υπόθεση Μέρτεν», βουλευτές του
κυβερνώντος κόμματος της ΕΡΕ επιτίθενται κατά βουλευτών της αξιωματικής
αντιπολίτευσης, της ΕΔΑ. Σημειώνονται συμπλοκές και η συνεδρίαση διακόπτεται.
Το επεισόδιο υπογράμμιζε τη σημασία της υπόθεσης αυτής, η οποία είχε ως
κεντρικό πρόσωπο τον πρώην ναζί αξιωματικό Μαξ Μέρτεν, ο οποίος ευθυνόταν για
σειρά εγκλημάτων πολέμου που διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια της Κατοχής στη
Θεσσαλονίκη.
Ο Μέρτεν συνελήφθη, κατά σύμπτωση, στην Αθήνα το Μάη του 1957. Το Μάρτη του
1958, εκδόθηκε το παραπεμπτικό βούλευμα και ορίστηκε η δίκη του. Το Νοέμβρη του
1958, ο πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής και ο υπουργός Εξωτερικών Ε. Αβέρωφ
πραγματοποίησαν επίσκεψη στη Δυτ. Γερμανία. Οι γερμανοί ηγέτες ενδιαφέρονταν
για τη διείσδυση του γερμανικού κεφαλαίου στην Ελλάδα. Ηθελαν, όμως, να
σταματήσει και η δίωξη των εγκληματιών πολέμου στην Ελλάδα, ώστε παράγοντες της
οικονομικής και πολιτικής ζωής της Δυτ. Γερμανίας, που βαρύνονταν με εγκλήματα
ή είχαν εντάλματα για την κατοχική τους δράση, να μπορούν να μπαινοβγαίνουν
ανενόχλητα στη χώρα μας.
Οπως αποδείχτηκε, η ελληνική κυβέρνηση προχώρησε σ' αυτήν την συμφωνία, με
αντάλλαγμα μερικά εκατομμύρια μάρκα. Στα τέλη του Γενάρη του 1959, ήρθε για
συζήτηση στη Βουλή νομοσχέδιο «περί αναστολής διώξεως εγκληματιών πολέμου»...
Μπροστά στις αντιδράσεις των βουλευτών της ΕΔΑ, η κυβέρνηση εξαίρεσε την
περίπτωση Μέρτεν. Ολοι, όμως, γνώριζαν ότι επρόκειτο για παραπλανητικό ελιγμό.
Η δίκη του Μέρτεν άρχισε στις 11 Φλεβάρη του 1959 και κράτησε 20 μέρες. Ο Μέρτεν
καταδικάστηκε σε ποινές από 6 έως 20 χρόνια για διάφορα αδικήματα, όπως
παράνομες φυλακίσεις και εγκλεισμούς σε στρατόπεδα συγκέντρωσης Ελλήνων και
Ισραηλιτών, φόνους και θάνατο από ασιτία Ισραηλιτών, «γκέτο» σε βάρος 56.000
Ισραηλιτών, καταστροφή του εβραϊκού νεκροταφείου Θεσσαλονίκης, εκτόπιση στα
γερμανικά στρατόπεδα 40.000 Εβραίων κλπ. Τελικά, το Νοέμβρη του 1959, με
τροποποίηση του προηγούμενου νόμου, ο Μέρτεν αποφυλακίστηκε και απελάθηκε. Στη
Γερμανία συνελήφθη, αλλά γρήγορα αφέθηκε ελεύθερος.
Λίγο αργότερα, το Σεπτέμβρη του 1960, η γερμανική εφημερίδα
«Ηχώ του Αμβούργου» και το περιοδικό «Ντερ Σπίγκελ» δημοσίευσαν αφηγήσεις του
Μέρτεν, σύμφωνα με τις οποίες ο Κ. Καραμανλής και ο υπουργός Εσωτερικών Δημ.
Μακρής ήταν συνεργάτες των κατοχικών δυνάμεων. Το γεγονός προκαλεί σάλο στην
Ελλάδα, όπου η κυβέρνηση απορρίπτει μετά βδελυγμίας τις «αποκαλύψεις»,
αρνείται, όμως, να απαντήσει στα ερωτήματα και τις καταγγελίες της ΕΔΑ για τους
πραγματικούς λόγους απελευθέρωσης του Μέρτεν. Προκαλώντας έτσι και ένταση στη
Βουλή.
Καθημερινή:
"... Υπό μορφήν αφηγήσεων τού εγκληματίου πολέμου Μαξ
Μέρτεν, ο οποίος είχε καταδικασθή εις τήν Ελλάδα εις 25ετή ειρκτήν και εξεδόθη
προ ενός περίπου έτους εις τήν Γερμανίαν διά να κριθή από τήν δικαιοσύνην τής
πατρίδος του, εδημοσιεύθησαν εις τήν εφημερίδα "Ηχώ του Αμβούργου"
και το εβδομαδιαίον περιοδικον "Ντερ Σπήγκελ", εντόνως συκοφαντικά
δημοσιεύματα κατά τού πρωθυπουργού κ. Κ. Καραμανλή και τού υπουργού τών
Εσωτερικών κ. Δημ. Μακρή και τής συζύγου του. Διά τών δημοσιευμάτων τούτων,
εμφανίζονται και τά τρία ως άνω πρόσωπα ως πράκτορες τού εδρεύοντος εις τήν
Θεσσαλονίκην κατά τήν διάρκειαν τής Κατοχής, γερμανικού στρατηγείου και μάλιστα
ως αμειφθέντες διά τάς "υπηρεσίας" των διά τής εκποιήσεως εβραϊκών
περιουσιών".
Γιάννης Κάτρης
("Η γέννηση του νεοφασισμού στην Ελλάδα")
" (...) άνθρωποι όμως σαν τον Μέρτεν τιμωρούν εξ ίσου σκληρά και τους
φίλους τους εκείνους, που προς στιγμήν έστω φάνηκαν να τους απαρνούνται. Όταν
γύρισε στην πατρίδα του ο Μέρτεν, σύμφωνα με τη συμφωνία Αθηνών και Μπόν,
έπρεπε, για να τηρηθούν οι τύποι, να περάσει από ένα γερμανικό δικαστήριο. Και
τότε έσκασε ή μπόμπα. Και ήρθε στην επιφάνεια μια από τις αποπνικτικώτερες
ηθικές αναθυμιάσεις.
Με υπόμνημα που κατέθεσε στο δικαστήριο ο Μάξ Μέρτεν,
εξιστορώντας τη δραστηριότητά του στην Ελλάδα κατά την κατοχή, ανέφερε έναν
αριθμό συνεργατών του. Ανάμεσα σ' αυτούς:
α) ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος
Καραμανλής,
β) ο υπουργός
Εσωτερικών Δημήτριος Μακρής,
γ) ο υφυπουργός
Εθνικής Αμύνης Γεώργιος Θέμελης,
δ) η σύζυγος του Δ.
Μακρή, Δοξούλα Λεοντίδου (οικογενειακό όνομα).
Η καταγγελία του Μέρτεν, πλαισιωμένη από σχετικά άρθρα του
«Σπηγκελ» (28 Σεπτ. 1960) και της «Ηχώ του Αμβούργου», είχε στην ερεθισμένη
ελληνική κοινή γνώμη εκρηκτικούς αντίκτυπους. Ο ευρωπαϊκός τύπος (εν μέρει και
ο αμερικανικός) ασχολήθηκαν επί εβδομάδες με τη νέα τροπή πού πήρε η υπόθεση
Μέρτεν. Και βέβαια οι υπεύθυνοι για τα ελληνικά θέματα κύκλοι του Σταίητ
Ντιπάρτμεντ δεν έλαμπαν από ευδαιμονία. . . Η ηγεσία της ελληνικής δεξιάς, το
χαϊδεμένο παιδί της αμερικανικής πολιτικής και του ΝΑΤΟ, να γίνεται ο στόχος
της λάσπης πού εκτόξευε ένας εγκληματίας πολέμου; Ένας υπάλληλος της
αμερικανικής πρεσβείας πού ρωτήθηκε αρνήθηκε να κάνει οποιοδήποτε σχόλιο. Είπε
όμως χαρακτηριστικά ότι ή αλληλογραφία με την Ουάσιγκτον για την υπόθεση Μέρτεν
ήταν μάλλον ογκώδης.
Η καταγγελία για το πρόσωπο του Κωνσταντίνου Καραμανλή μένει
αναπόδεικτη. Για όλους όμως τους άλλους υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ενοχής. Ό
Δημήτριος Μακρής, ο πανίσχυρος και δυναμικός υπουργός των Εσωτερικών ζούσε στη
Θεσσαλονίκη κατά την Κατοχή και ασκούσε το επάγγελμα του δικηγόρου. Σύμφωνα με
αξιόπιστες μαρτυρίες o Μακρής υπεράσπιζε στα γερμανικά στρατοδικεία
κατηγορούμενους Έλληνες πολίτες. Αυτή ή εξαιρετικά προσοδοφόρα δραστηριότητα
δεν μπορεί να θεωρηθεί ιδιαίτερα τιμητική. Είναι πασίγνωστο ότι μόνον εκείνοι
πού είχαν συναλλακτικούς δεσμούς με τον κατακτητή μπορούσαν ν' αποτολμήσουν
εμφάνιση συνηγόρου στα θηριώδη γερμανικά στρατοδικεία. Για τη σύζυγό του
Δοξούλα προσκομίστηκαν στοιχεία ότι επί κατοχής υπηρετούσε στη γερμανική
διοίκηση ως γραμματεύς του Μάξ Μέρτεν. Σε κάποια μάλιστα επέτειο πρόσφερε στον
προϊστάμενο της ως δώρο ένα λεύκωμα με αναμνηστικές φωτογραφίες. Τέλος, για τον
υφυπουργό Εθνικής Αμύνης Θεμελή έγινε γνωστό (το παραδέχθηκε και ο ίδιος) ότι
στην Κατοχή είχε διορισθεί από τη γερμανική διοίκηση Νομάρχης. Δεν χωρεί καμία
αμφιβολία ότι στις διοικητικές αυτές θέσεις οι Χιτλερικοί δεν τοποθετούσαν παρά
μόνο στενούς και δοκιμασμένους συνεργάτες τους.
ΤΟ οπλοστάσιο του Μέρτεν, ως εδώ, δεν φαίνεται απρόσβλητο.
Αλλα ή συνέχεια πού πήρε ή υπόθεση επιβάρυνε καταθλιπτικά τη θέση των
κατηγορηθέντων. Ή ελληνική κυβέρνηση έσπευσε να διαψεύσει την καταγγελία του
Μέρτεν. Αλλα ή διάψευση δεν περιείχε ούτε ένα τεκμήριο πού ν' αναιρεί την ουσία
της κατηγορίας. Για λόγους συμπαραστάσεως, κατόπιν διπλωματικών συνεννοήσεων,
στις όποιες αναμίχθηκε και ή Ουάσιγκτον, δημοσιεύτηκε και μια ανακοίνωση της
γερμανικής κυβερνήσεως (28 Σεπτ. 1960). Αλλά το ηθικό και πολιτικό πρόβλημα πού
έφερε στην επιφάνεια ο Μέρτεν παρέμεινε ανοικτό. Ένας μόνο δρόμος, ίσιος,
τίμιος και καθαρός, υπήρχε για να ξεκαθαρίσει ή βρώμικη υπόθεση: Η παραίτηση
των Καραμανλή, Μακρή, Θέμελη από την κυβέρνηση και η προσφυγή αυτών, ως
ιδιωτών, στη γερμανική Δικαιοσύνη. Αν ο Μέρτεν δεν απεδείκνυε την ακρίβεια των
καταγγελιών του οι συκοφαντημένοι ηγέτες της Δεξιάς θα είχαν αποπλύνει το
στίγμα της κατηγορίας και θα επέστρεφαν θριαμβευτές... Δεν ακολούθησαν όμως
αυτόν τον δρόμο, παρά το γεγονός ότι τους τον υπέδειξε ή αντιπολίτευση. Αντί να
παραιτηθούν και να προσφύγουν στα γερμανικά δικαστήρια οι Μακρής και Θέμελης
κατέθεσαν μηνύσεις εναντίον του Μέρτεν στα ελληνικά δικαστήρια... (Ό Καραμανλής
δεν έκανε ούτε αυτό. Δικαιολογούμενος εξήγησε ότι η δικαστική κρίση για τους
Μακρή και Θέμελη θα έκρινε αυτόματα και τη δική του περίπτωση). Ή οδός πού
επέλεξαν οι κατηγορηθέντες θα άφηνε, όπως και άφησε, αξεκαθάριστο το ηθικό τους
πρόβλημα. Ο λόγος ήταν ότι δεν υπήρχε τρόπος εξαναγκασμού του Μέρτεν να
προσέλθει στα ελληνικά δικαστήρια. Δεν είχε παραφρονήσει ο Μέρτεν να ξανάρθει
στην Ελλάδα ως κατηγορούμενος και ν' αντιμετωπίσει δύο πανίσχυρους υπουργούς
(και από τα παρασκήνια τον ίδιο τον Πρωθυπουργό). Και φυσικά δεν ήρθε. Και το
θέμα δεν ξεκαθαρίσθηκε. Το στίγμα έμεινε. Οι κατηγορηθέντες δεν τόλμησαν ν'
αντιμετωπίσουν τον Μέρτεν (στα γερμανικά δικαστήρια), κατεχόμενοι από κάποιο
πλέγμα και φοβούμενοι (ή μάλλον γνωρίζοντες) ότι οι εφεδρείες του Μέρτεν θα
τους συνέτριβαν. Έγράφη, άλλωστε, στον γερμανικό Τύπο, χωρίς να διαψευσθεί, ότι
o Μέρτεν διέθετε φωτογραφικό υλικό, ικανό να τινάξει στον αέρα όχι μόνο τα
κατονομασθέντα πρόσωπα, αλλά ευρύτερο κύκλο προσωπικοτήτων της Δεξιάς.
Με αυτά τα δεδομένα ή κρίση της ιστορίας είναι εξουθενωτική
για τρία τουλάχιστον πρόσωπα της υποθέσεως Μέρτεν (ζεύγος Μακρή και Θέμελη),
όταν μάλιστα υπομνησθεί ότι η πολιτεία είχε εμπιστευτεί στο μεν Μακρή την
εσωτερική ασφάλεια, στον δε Θέμελη τη διοίκηση των ενόπλων δυνάμεων της χώρας.
Ως προς τον Καραμανλή ή περίπτωση του είναι διαφορετική. Προσωπικά ο τότε
πρωθυπουργός φαίνεται από τα γεγονότα αμέτοχος των κατηγοριών. Γιατί όμως
ακολούθησε τακτική πού άφησε τη σκιά της υποψίας να πλανάται; Ή μόνη εξήγηση
πηγάζει από το γεγονός ότι o Καραμανλής δεν ήταν μόνο πρωθυπουργός. Ήταν και
αρχηγός της Δεξιάς και επί πλέον εκλεκτός της βασιλικής και αμερικανικής
εύνοιας. Ποιο το κέρδος αν εξασφάλιζε τη δικαστική πιστοποίηση της προσωπικής
του αθωότητας και άφηνε κηλιδωμένη, με δικαστική απόφαση, την πολιτική
παράταξη, της οποίας ήταν ο αναγνωρισμένος αρχηγός; Ακόμη και αν δεχτούμε ότι ο
κάπως παρορμητικός χαρακτήρας του τον έσπρωχνε στο σωστό δρόμο, οι πολλαπλές
εξαρτήσεις του από την ξένη κηδεμονία και από το Παλάτι όρθωναν μπροστά του
ανυπέρβλητο φράγμα.
Ό Καραμανλής ακολούθησε τακτική συγκαλύψεως. Για να σωθεί ή
υπόληψη της Δεξιάς (και των προστατών της) έπρεπε τα πειστήρια του εγκλήματος
να εξαφανισθούν. Και το επέτυχε με την αποφασιστική συνδρομή της γερμανικής
κυβερνήσεως. Έπειτα από χρόνια ο Θωμάς Υψηλάντης, που ήταν την εποχή του
σκανδάλου Μέρτεν πρεσβευτής στην Μπόν, απεκάλυψε μερικές δραματικές πτυχές από
την ελληνογερμανική διακυβερνητική επιχείρηση για την απόσπαση των πολύτιμων
πειστηρίων από τα χέρια του Μάξ Μέρτεν.
Τελικά, όλα «πήγαν καλά». Ο Μέρτεν περί τα μέσα Νοεμβρίου
1960 παρέδωσε το φωτογραφικό οπλοστάσιο του. Στην Αθήνα, όταν ελήφθη το σχετικό
τηλεγράφημα, πολλές καρδιές ξανάρχισαν να χτυπούν με τον κανονικό τους ρυθμό. .
. Το βαρύ απειλητικό σύννεφο Μέρτεν είχε διαλυθεί. Η ειδυλλιακή ζωή του
κατεστημένου θα συνεχιζόταν αδιατάρακτη ..."
Αβάσιμες και εκδικητικές χαρακτηρίζει τις καταγγελίες του
Μέρτεν ο ερευνητής της Ακαδημίας Αθηνών και διδάκτωρ Ιστορίας του Τεχνικού
Πανεπιστημίου του Βερολίνου σε άρθρο του στην Καθημερινή (Ιούλιος 2015):
"...Εκδίκηση με σειρά δημοσιευμάτων
Αν και κανείς θα περίμενε ότι ο νόμος 4016 και η παραπομπή του Μέρτεν στη Γερμανία, στα τέλη του 1959, θα έφερναν ηρεμία στις διμερείς σχέσεις, δέκα μήνες αργότερα φρόντισε ο ίδιος να ξανανοίξει η υπόθεση.
Κατά τη διάρκεια της πολύμηνης φυλάκισής του στην Αθήνα είχε
προετοιμάσει την εκδίκησή του.
Τον Σεπτέμβριο του 1960 δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα «Ηχώ
του Αμβούργου» (Hamburger Echo) και μετά στο περιοδικό Der Spiegel, με τη
συνδρομή του ιδίου, καταγγελίες ότι μέλη της ελληνικής κυβέρνησης που «με τόσο
ζήλο θέλησαν να δώσουν λύση στο ζήτημα των εγκληματιών πολέμου» υπήρξαν
συνεργάτες των κατοχικών δυνάμεων, παρέχοντας, σύμφωνα με τον Μέρτεν, χρήσιμες
πληροφορίες στον διοικητή Θεσσαλονίκης-Αιγαίου (Befehlshaber Saloniki-Ägäis)
για τις οποίες πληρώνονταν από τις κατασχεθείσες εβραϊκές περιουσίες. Στις 20
Σεπτεμβρίου 1960 εκδόθηκε η έβδομη συνέχεια της σειράς άρθρων της Hamburger
Echo, υπό τον τίτλο: «Οταν ο Αϊχμαν αποκαλύπτει» (Wenn Eichmann auspackt) και
έξι ημέρες αργότερα το Der Spiegel, στο 40ό τεύχος εκείνης της χρονιάς,
δημοσίευσε άρθρο με αποσπάσματα από τη Hamburger Echo και με τίτλο: «Εγκλήματα
πολέμου στην Ελλάδα. Ο θείος Κωνσταντίνος» (Kriegsverbrechen – Griechenland –
Ihr Onkel Konstantin).
Σε μια απέλπιδα προσπάθεια να υπερασπιστεί εκ των υστέρων
τον εαυτό του και να αποδυναμώσει τη σοβαρότερη κατηγορία των ελληνικών
δικαστικών αρχών, αυτή του πλουτισμού από τις εβραϊκές περιουσίες, που
αποτελούσε και το κεντρικό θέμα των γερμανικών δημοσιευμάτων, ο Μέρτεν
επικαλέστηκε μία φωτογραφία του ιδίου μαζί με την τότε γραμματέα του Δοξούλα
Λεοντίδου, τον άνδρα της Δημήτριο και τον θείο της Κωνσταντίνο στην εξοχή, κατά
τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής. Σύμφωνα με τη Hamburger Echo, τα τρία αυτά
άτομα, που ήταν ο μετέπειτα πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο υπουργός
του των Εσωτερικών Δημήτριος Μακρής και η σύζυγός του, Δοξούλα Λεοντίδου-Μακρή,
αναφερόμενη ως ανιψιά του πρώτου, υπήρξαν συνεργάτες των κατοχικών δυνάμεων και
είχαν μάλιστα λάβει ως επιβράβευση για τη συνεργασία τους με τους Γερμανούς μία
εβραϊκή αποθήκη γεμάτη μετάξι, αξίας 15.000 στερλινών.
Σε δημοσιεύματα της ίδιας εφημερίδας στις αρχές Οκτωβρίου
του 1960 οι κατηγορίες επεκτείνονταν στον υφυπουργό Εθνικής Αμυνας Γεώργιο
Θέμελη, ο οποίος φερόταν ως συνεργάτης της Βέρμαχτ, ακόμα και στον
αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ανδρέα Τούση, που είχε διατάξει τη σύλληψη του
Μέρτεν την άνοιξη του 1957 και ο οποίος φερόταν ότι χρηματίστηκε λίγα χρόνια
νωρίτερα, προκειμένου να αναστείλει δικαστικές διαδικασίες εναντίον εγκληματιών
πολέμου..."
Πηγή: matrix24.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου